Κυριακή 28 Ιουλίου 2024

Γονικές παροχές και δωρεές: Πώς υπολογίζεται ο φόρος-Οι προϋποθέσεις απαλλαγής

 


21:10 - 27 Ιουλ 2024 Φορολογία
Γονικές παροχές και δωρεές: Πώς υπολογίζεται ο φόρος-Οι προϋποθέσεις απαλλαγής
Όλα όσα προβλέπει η ισχύουσα νομοθεσία για τη φορολογία των δωρεών και των γονικών παροχών διευκρινίζονται μέσα από το πρόσφατα εκδοθέν εγχειρίδιο της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, με απαντήσεις στα συνηθέστερα ερωτήματα επί θεμάτων φορολογικής νομοθεσίας.

Ο χρόνος, ο τρόπος υποβολής των δηλώσεων, οι προϋποθέσεις και τα όρια απαλλαγής από τη φορολογία σε περίπτωση απόκτησης πρώτης κατοικίας, οι κλίμακες υπολογισμού των φόρων και τα όσα ισχύουν για το χρόνο παραγραφής των υποθέσεων παρατίθενται αναλυτικά με την μορφή απαντήσεων στα 12 συνήθως υποβαλλόμενα ερωτήματα και με σκοπό την πλήρη ενημέρωση των φορολογουμένων.

Οι συνηθέστερες ερωτήσεις και οι αντίστοιχες απαντήσεις της ΑΑΔΕ έχουν αναλυτικά ως εξής:

1. Πότε επιβάλλεται φόρος δωρεάς-γονικής παροχής;

Φόρος γονικής παροχής ή δωρεάς επιβάλλεται όταν μεταβιβάζεται με γονική παροχή περιουσιακό στοιχείο ή χρηματικό ποσό σε φυσικό πρόσωπο ή όταν δωρίζεται περιουσιακό στοιχείο ή χρηματικό ποσό σε φυσικό ή νομικό πρόσωπο.

2. Ποιος πρέπει να υποβάλει τη δήλωση δωρεάς-γονικής παροχής;

Τη δήλωση πρέπει να υποβάλουν και οι δύο συμβαλλόμενοι (δωρητής και δωρεοδόχος).

3. Προς ποια φορολογική υπηρεσία υποβάλλεται η δήλωση φόρου δωρεάς-γονικής παροχής;

Η δήλωση υποβάλλεται στη ΔΟΥ της φορολογίας εισοδήματος του υπόχρεου σε φόρο δωρεοδόχου ή τέκνου και σε περίπτωση που αρμόδιο για την παραλαβή της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος είναι το ΚΕΦΟΔΕ Αττικής ή Θεσσαλονίκης, υποβάλλεται στα ΚΕΦΟΚ Αττικής και Θεσσαλονίκης, αντίστοιχα. Αν ο δωρεοδόχος ή το τέκνο κατοικεί στο εξωτερικό ή έχει την έδρα του στο εξωτερικό, αρμόδιο είναι το ΚΕΦΟΚ Αττικής.

4. Ποια είναι η προθεσμία υποβολής της δήλωσης φόρου δωρεάς-γονικής παροχής;

Σε περίπτωση που για τη δωρεά ή τη γονική παροχή συντάσσεται συμβολαιογραφικό έγγραφο, η δήλωση υποβάλλεται πριν από την κατάρτιση του συμβολαίου. Οταν δεν συντάσσεται συμβόλαιο, η δήλωση υποβάλλεται μέσα σε 6 μήνες από την παράδοση του αντικειμένου της δωρεάς ή της γονικής παροχής.

5. Ποιες είναι οι προϋποθέσεις απαλλαγής της πρώτης κατοικίας από τον φόρο γονικής παροχής;

α) Το τέκνο που ζητά την απαλλαγή, ο/η σύζυγος και τα ανήλικα τέκνα τους να μην έχουν δικαίωμα πλήρους κυριότητας ή επικαρπίας ή οίκησης σε άλλη κατοικία ή ιδανικό μερίδιο κατοικίας που πληροί τις στεγαστικές ανάγκες της οικογένειας ή δικαίωμα πλήρους κυριότητας επί οικοπέδου οικοδομήσιμου ή επί ιδανικού μεριδίου οικοπέδου, στα οποία αντιστοιχεί εμβαδόν κτίσματος που πληροί τις στεγαστικές τους ανάγκες και βρίσκονται σε δήμο ή κοινότητα με πληθυσμό άνω των 3.000 κατοίκων. Οι στεγαστικές ανάγκες θεωρείται ότι καλύπτονται αν το συνολικό εμβαδόν των ανωτέρω ακινήτων είναι 70 τ.μ., προσαυξανόμενα κατά 20 τ.μ. για καθένα από τα δύο πρώτα τέκνα και κατά 25 τ.μ. για το τρίτο και καθένα από τα επόμενα τέκνα του δικαιούχου.

β) Το τέκνο να είναι Έλληνας ή πολίτης κρατών-μελών της Ε.Ε. και των χωρών του ΕΟΧ.

γ) Το ακίνητο να αποκτάται κατά πλήρη κυριότητα και ολόκληρο.

δ) Η απαλλαγή από τον φόρο για την απόκτηση πρώτης κατοικίας παρέχεται για μία φορά. Δεν απαλλάσσεται το τέκνο που το ίδιο ή ο/η σύζυγος ή τα ανήλικα τέκνα αυτών έχουν ήδη τύχει απαλλαγής από τον φόρο μεταβίβασης ή γονικής παροχής ή κληρονομιάς.

ε) Η κατοικία ή το οικόπεδο να παραμείνει στην κυριότητα του τέκνου για μία τουλάχιστον πενταετία.

στ) Το αίτημα για την απαλλαγή υποβάλλεται με την εμπρόθεσμη δήλωση πριν την σύνταξη του συμβολαίου.

6. Ποια είναι τα αφορολόγητα ποσά για την απόκτηση πρώτης κατοικίας με γονική παροχή;

Η απαλλαγή παρέχεται για αξία κατοικίας μέχρι 200.000€ για κάθε ανήλικο ή άγαμο και μέχρι 250.000€ για έγγαμο, η οποία προσαυξάνεται κατά 25.000€ για καθένα από τα δύο πρώτα τέκνα και κατά 30.000€ για το τρίτο και καθένα από τα επόμενα ανήλικα τέκνα, των οποίων την επιμέλεια έχει ο δικαιούχος. Στο ποσό της απαλλαγής περιλαμβάνεται και η αξία μιας θέσης στάθμευσης αυτοκινήτου και ενός αποθηκευτικού χώρου, για επιφάνεια εκάστου έως 20 τ.μ., εφόσον βρίσκονται στο ίδιο ακίνητο και αποκτώνται ταυτόχρονα. Επίσης, χορηγείται απαλλαγή για οικόπεδο αξίας μέχρι 50.000€ για κάθε ανήλικο ή άγαμο και μέχρι 100.000€ για κάθε έγγαμο, προσαυξανόμενη κατά 10.000€ για καθένα από τα δύο πρώτα τέκνα και κατά 15.000€ για το τρίτο και καθένα από τα επόμενα τέκνα. Τα παραπάνω ποσά ισχύουν για την απόκτηση πρώτης κατοικίας με κληρονομιά και με γονική παροχή. Η πιο πάνω προσαύξηση, όσον αφορά στον φόρο κληρονομιάς ισχύει, εφόσον στον κληρονόμο περιέρχεται μία μόνο κατοικία ή ένα μόνο οικόπεδο εξ ολοκλήρου και κατά πλήρη κυριότητα και όχι ποσοστό εξ αδιαιρέτου.

7. Πώς υπολογίζεται ο φόρος δωρεάς – γονικής παροχής;

Οι φορολογούμενοι, ανάλογα με τη συγγενική τους σχέση με τον τον δωρητή, κατατάσσονται σε τρεις (3) κατηγορίες, για καθεμιά από τις οποίες ισχύουν διαφορετικές φορολογικές κλίμακες με διαφορετικά αφορολόγητα ποσά και συντελεστές.

Στην Α΄κατηγορία εντάσσονται:

α) Ο/η σύζυγος ή το πρόσωπο με το οποίο ο δωρητής έχει συνάψει σύμφωνο συμβίωσης,

β) τα τέκνα,

γ) οι εγγονοί και

δ) οι γονείς του δωρητή.

Στη Β΄ κατηγορία εντάσσονται:

α) οι κατιόντες εξ αίματος τρίτου και επόμενων βαθμών (δισέγγονοι, κ.λπ.),

β) οι ανιόντες εξ αίματος δεύτερου και επόμενων βαθμών (παππούδες, προπαππούδες, κ.λπ.),

γ) τα εκούσια ή δικαστικά αναγνωρισθέντα τέκνα έναντι των ανιόντων του πατέρα που τα αναγνώρισε,

δ) οι κατιόντες του αναγνωρισθέντος έναντι του αναγνωρίσαντος και των ανιόντων αυτού,

ε) οι αδελφοί (αμφιθαλείς ή ετεροθαλείς),

στ) οι συγγενείς εξ αίματος τρίτου βαθμού εκ πλαγίου (ανεψιοί του κληρονομουμένου ή του δωρητή),

ζ) οι πατριοί και οι μητριές,

η) τα τέκνα από προηγούμενο γάμο του συζύγου,

θ) τα τέκνα εξ αγχιστείας (γαμπροί – νύφες) και

ι) οι ανιόντες εξ αγχιστείας (πεθεροί – πεθερές) του κληρονομουμένου ή του δωρητή.

Στη Γ΄ κατηγορία υπάγεται οποιοσδήποτε άλλος εξ αίματος ή εξ αγχιστείας συγγενής ή εξωτικός του δωρητή.

8. Ποιες είναι οι ισχύουσες φορολογικές κλίμακες στις δωρεές-γονικές παροχές;

Για δικαιούχους πρόσωπα της Α΄ κατηγορίας ισχύει νέα φορολογική κλίμακα, για τις δωρεές ή τις γονικές παροχές που πραγματοποιούνται προς αυτούς από την 1η-10-2021, με αφορολόγητο όριο 800.000 ευρώ και επιβολή φόρου με αυτοτελή συντελεστή 10% για την υπερβάλλουσα αξία μετά την αφαίρεση του αφορολόγητου ποσού, εφόσον δηλαδή η φορολογητέα αξία του περιουσιακού στοιχείου που δωρίζεται ή το οποίο αφορά η γονική παροχή υπερβαίνει τις 800.000 ευρώ.

Για δικαιούχους πρόσωπα της Β’ και της Γ’ κατηγορίας ισχύουν οι κλίμακες που παρατίθενται στους σχετικούς πίνακες.

9. Σε ποια περιουσιακά στοιχεία εφαρμόζεται η νέα κλίμακα της Α΄ Κατηγορίας στις δωρεές και γονικές παροχές;

Εφαρμόζεται στις δωρεές και γονικές παροχές οποιασδήποτε φύσεως περιουσίας (κινητής και ακίνητης), με δωρεοδόχους τα πρόσωπα της Α΄ κατηγορίας (σύζυγο, μέρος συμφώνου συμβίωσης, τέκνα, εγγόνια και γονείς) και στις χρηματικές γονικές παροχές ή χρηματικές δωρεές προς τα ανωτέρω πρόσωπα, εφόσον αυτές διενεργούνται (αποδεδειγμένα) με μεταφορά χρημάτων μέσω χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων.

10. Πώς φορολογείται η δωρεά ή γονική παροχή χρηματικών ποσών;

Η δωρεά ή γονική παροχή χρηματικών ποσών (πλην αυτών που μεταφέρονται μέσω χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, για τα οποία ισχύει αφορολόγητο 800.000 ευρώ για δικαιούχους πρόσωπα της Α΄ κατηγορίας), φορολογείται αυτοτελώς με συντελεστή 10% για δωρεοδόχους που υπάγονται στην Α΄ κατηγορία, 20% για δωρεοδόχους που υπάγονται στη Β΄ κατηγορία και 40% για δωρεοδόχους που υπάγονται στη Γ΄ κατηγορία.

11. Σε πόσες δόσεις καταβάλλεται ο φόρος δωρεών και γονικών παροχών;

α) Ο φόρος που προκύπτει βάσει αρχικής ή εμπρόθεσμης τροποποιητικής δήλωσης, καταβάλλεται σε 12 ίσες διμηνιαίες δόσεις, όχι μικρότερες των 500€, πλην της τελευταίας. Aν ο δωρεοδόχος-τέκνο είναι ανήλικος, ο αριθμός των δόσεων διπλασιάζεται, με την προϋπόθεση ότι κάθε δόση δεν είναι μικρότερη των 500€, πλην της τελευταίας.

β) Μετά την υποβολή εκπρόθεσμης τροποποιητικής δήλωσης ή μετά τον έλεγχο, ο φόρος καταβάλλεται εντός 30 ημερών από την κοινοποίηση της πράξης διορθωτικού προσδιορισμού.

γ) Σε περίπτωση έκδοσης οριστικής απόφασης διοικητικού δικαστηρίου, ο φόρος καταβάλλεται σε δύο ίσες μηνιαίες δόσεις.

δ) Στην περίπτωση δωρεάς-γονικής παροχής χρηματικών ποσών και κινητών, ο φόρος καταβάλλεται κατά κανόνα εντός 3 ημερών από την υποβολή της δήλωσης ή από την έκδοση της πράξης διοικητικού προσδιορισμού του φόρου αντίστοιχα.

12. Πώς υποβάλλονται οι δηλώσεις φόρου δωρεών γονικών παροχών;

Οι αρχικές εμπρόθεσμες δηλώσεις φόρου δωρεάς και γονικής παροχής, για περιπτώσεις όπου απαιτείται η σύνταξη συμβολαίου, υποβάλλονται ψηφιακά μέσω της εφαρμογής myPROPERTY (https://myproperty.aade.gov.gr), πριν συνταχθεί και υπογραφεί το συμβόλαιο, εφόσον αφορούν:

α) ακίνητα τα οποία βρίσκονται σε περιοχές στις οποίες ισχύει το σύστημα ;Αντικειμενικού Προσδιορισμού Αξίας Ακινήτων (ΑΠΑΑ),

β) κινητά περιουσιακά στοιχεία κάθε είδους (ενδεικτικά μετοχές, απαιτήσεις, αξίες, αυτοκίνητα, έργα τέχνης, κ.λπ.) και

γ) χρηματικά ποσά προς τα πρόσωπα που υπάγονται στην Α’ κατηγορία.

Ψηφιακά μέσω της εφαρμογής myPROPERTY υποβάλλονται και οι τροποποιητικές των ανωτέρω δηλώσεις, εφόσον δεν έχει συνταχθεί ακόμη το σχετικό συμβόλαιο, καθώς και οι κατωτέρω αρχικές δηλώσεις φόρου δωρεάς-γονικής παροχής κινητών ή χρημάτων που έχουν συντελεστεί από την 1η/1/2022 και μετά και για τις οποίες δεν συντάσσεται συμβολαιογραφικό έγγραφο. Ειδικότερα:

α) Οι αρχικές (εμπρόθεσμες και εκπρόθεσμες) δηλώσεις φόρου δωρεάς/γονικής παροχής κινητών περιουσιακών στοιχείων (ενδεικτικά αυτοκινήτων, εταιρικών μεριδίων, εισηγμένων ή μη μετοχών, έργων τέχνης κ.λπ.) προς τους δικαιούχους όλων των κατηγοριών της φορολογικής κλίμακας. Επίσης, οι αρχικές (εμπρόθεσμες και εκπρόθεσμες) δηλώσεις φόρου δωρεάς/γονικής παροχής χρημάτων, που μεταβιβάζονται στους δικαιούχους της Α’ κατηγορίας της φορολογικής κλίμακας με μεταφορά μεταξύ χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων.

β) Οι αρχικές (εμπρόθεσμες και εκπρόθεσμες) δηλώσεις φόρου δωρεάς/γονικής παροχής χρημάτων, πλην των οριζόμενων στην περ. α).

Δηλώσεις που αφορούν λοιπές περιπτώσεις επιβολής φόρου δωρεάς-γονικής παροχής, εξακολουθούν να υποβάλλονται σε έντυπη μορφή, είτε μέσω της εφαρμογής «Τα αιτήματά μου», είτε με τη διαδικασία που καθορίζεται στην υπό στοιχεία Α.1137/2020 Απόφαση.

ΟΙ ΚΛΙΜΑΚΕΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ ΤΩΝ ΔΩΡΕΩΝ

askighfd



Πηγή: Reporter.gr

Παρασκευή 19 Ιουλίου 2024

Καθορισμος τιμης ακινητων πλειστηριασμων

 ου Γιώργου Ψαράκη, ΜΔΕ, LL.M., PgCert

(αναδημοσίευση από Euro2day.gr)

Περίληψη: Πριν λίγες ημέρες τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση (opengov.gr) το νέο νομοσχέδιο με τις προτεινόμενες αλλαγές στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Μία από αυτές αφορά και στον τρόπο καθορισμού της τιμής πρώτης προσφοράς στους πλειστηριασμούς ακινήτων. Στο παρόν άρθρο σχολιάζονται τα επιχειρήματα υπέρ και κατά της εν λόγω αλλαγής, και προτείνεται μια δικλείδα ασφαλείας για τον οφειλέτη.

Πριν λίγες ημέρες τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση (opengov.gr) το νέο νομοσχέδιο με τις προτεινόμενες αλλαγές στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Μία από αυτές αφορά και στον τρόπο καθορισμού της τιμής πρώτης προσφοράς στους πλειστηριασμούς ακινήτων. Ειδικότερα προτείνεται η τιμή πρώτης προσφοράς να μειώνεται αυτόματα μετά από δύο άγονες προσπάθειες στο 80% της αρχικής τιμής (η αρχική τιμή ταυτίζεται βάσει νόμου με την εμπορική αξία του ακινήτου) και κατόπιν, μετά και από την 3η άγονη προσπάθεια, στο 65% αυτής. Ένα ακίνητο δηλ. που εκτιμάται στις 100.000 ευρώ και σε αυτή την τιμή προσφέρεται στον 1ο πλειστηριασμό, μετά από δύο άγονες προσπάθειες θα προσφέρεται με αρχική τιμή τις 65.000 ευρώ. Σήμερα, βάσει του ισχύοντος νομοθετικού πλαισίου, η τιμή πρώτης προσφοράς μπορεί να μειωθεί μετά από δύο άγονες προσπάθειες μόνο κατόπιν έκδοσης δικαστικής απόφασης και όχι αυτόματα. 

Είναι προφανής ο λόγος αυτής της νομοθετικής πρότασης: με ένα μεγάλο όγκο ακινήτων να είναι έτοιμα να τεθούν σε πλειστηριασμό εντός των επόμενων μηνών, οι καθυστερήσεις που προκαλούνται από την εμπλοκή της δικαστικής εξουσίας στη διαδικασία δημιουργούν ήδη προβλήματα. Μάλιστα δεν είναι μόνο η καθυστέρηση αλλά και το αμφίβολο της δικαστικής κρίσης που ενίοτε μπορεί να μην ικανοποιεί τον δανειστή.

Η σημαντική αλλαγή αυτή, ωστόσο, γεννά ορισμένους προβληματισμούς:

α) Βάσει του μέχρι σήμερα ισχύοντος νομοθετικού πλαισίου, το δικαστήριο ενώπιον του οποίου θα τεθεί το ζήτημα της μείωσης της τιμής πρώτης προσφοράς, θα κρίνει αν τελικά η αδυναμία κατακύρωσης (εύρεσης δηλ. υπερθεματιστή) απορρέει από την υψηλή τιμή πρώτης προσφοράς ή από άλλους λόγους. Τα τελευταία χρόνια, μάλιστα, ήταν δεκάδες οι δικαστικές αποφάσεις που απέρριπταν αιτήσεις μείωσης τιμής πρώτης προσφοράς με το σκεπτικό ότι η αδυναμία εύρεσης πλειοδοτών δεν συνδέεται με την υψηλή τιμή πρώτης προσφοράς αλλά με την έλλειψη ρευστότητας στην αγορά ή τη γενικότερη οικονομική κρίση. Μάλιστα, ενίοτε, η έλλειψη ενδιαφέροντος εξηγείται και από την αρκετά υψηλή εμπορική αξία του ακινήτου, ή τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά αυτού, που έχει ως αποτέλεσμα να αφορά σε περιορισμένο αγοραστικό κοινό. Π.χ. μια κατοικία εμπορικής αξίας άνω των 3 εκατομμυρίων ευρώ είναι λογικό να απευθύνεται σε αρκετά περιορισμένο αγοραστικό κοινό∙ ή σε ένα άλλο παράδειγμα, για μια ξενοδοχειακή μονάδα λ.χ. η υπ΄ αριθμ. 73/2020 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Τρικάλων έκρινε τα εξής: «Δεδομένου ότι η υψηλή τιμή της πρώτης προσφοράς του ακινήτου ανταποκρίνεται στην εμπορική αξία του κατά τα καθορισθέντα με προηγούμενη κρίση του παρόντος Δικαστηρίου, με βάση τα ειδικά χαρακτηριστικά του, ωστόσο, λόγω της πασίδηλης οικονομικής δυσπραγίας κρίνεται ότι δεν είναι δυνατό να προχωρήσει η διαδικασία του πλειστηριασμού με την εμφάνιση ενδιαφερομένων πλειοδοτών, ακόμη και με ορισμό πλειστηριασμού σε απώτερο χρόνο, ενόψει και του ότι ως ξενοδοχειακή μονάδα απευθύνεται σε ειδικό αγοραστικό κοινό». Μάλιστα ορισμένες φορές τα δικαστήρια έφταναν στο σημείο να ψέγουν και τα πιστωτικά ιδρύματα για την προσπάθεια μείωσης της τιμής πρώτης προσφοράς∙ βλ. λ.χ. την υπ’ αριθμ. 333/2013 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Χαλκιδικής: «Επομένως, η ματαίωση των πλειστηριασμών οφείλεται όχι στις υψηλές τιμές της α΄ προσφοράς (αφού η πολλά από τα κατασχεθέντα ακίνητα παραμένουν απούλητα, ακόμα και αν ως α΄ προσφορά ορίζονται τιμές εξευτελιστικές, σε σχέση με τα δάνεια που λήφθηκαν και τις προσημειώσεις που εγγράφηκαν, προκειμένου να αγοραστούν αυτά), αλλά στην έλλειψη ρευστότητας που πλήττει γενικά την αγορά, καθώς και στη μεγάλη φορολόγηση και τις λοιπές επιβαρύνσεις των ιδιόκτητων ακινήτων, που επίσης αποτρέπει τους επίδοξους αγοραστές. Η οικονομική κρίση, όμως, δεν είναι δυνατόν να μετακυληθεί μόνο στους δανειολήπτες - οφειλέτες, οι δε τράπεζες να παραμένουν αλώβητες και να δύνανται, αφ’ ενός μεν να εκπλειστηριάζουν τα κατασχεθέντα ακίνητα σε τιμές πολύ κατώτερες των πραγματικών, αφ’ ετέρου δε να εξακολουθούν να απαιτούν από τους δανειολήπτες ολόκληρο το κεφάλαιο, που χορήγησαν σε αυτούς, προκειμένου οι τελευταίοι να αγοράσουν τα κατασχεθέντα ακίνητα, καθώς και τους τόκους και τα έξοδα, κατάσχοντας, πολλές φορές, και άλλα στοιχεία της περιουσίας τους».

β) Η αιτιολογική έκθεση στηρίζει την προτεινόμενη αλλαγή της αυτόματης μείωσης στο εξής σκεπτικό: «Προβλέπεται, τότε, η σταδιακή μείωση της τιμής πρώτης προσφοράς εάν προηγηθούν δυο ματαιώσεις του πλειστηριασμού. […] Η έλλειψη πλειοδοτών υποδηλώνει ότι η τιμή πρώτης προσφοράς δεν είναι αντίστοιχη με τις υφιστάμενες συνθήκες αγοράς και ζήτησης και για τον λόγο αυτό, με σκοπό να διενεργηθεί τελικά ο πλειστηριασμός και να υπάρξει σημαντικό πλειοδοτικό ενδιαφέρον, σε συνθήκες αγοράς και υγιούς ανταγωνισμού καθιερώνεται η σε δύο στάδια περαιτέρω (αυτόματη) μείωση της τιμής πρώτης προσφοράς. […] Η ρύθμιση αυτή δεν θίγει τα δικαιώματα του καθ’ ού η εκτέλεση, ούτε και προδικάζει την τιμή στην οποία τελικά θα εκπλειστηριαστεί το πράγμα, αφού μέσω της διαδικασίας της πλειοδοσίας, σύμφωνα με το άρθρο 965 του ΚΠολΔ, και του υγιούς ανταγωνισμού, που διαμορφώνεται υπό συνθήκες διαφάνειας, υπερθεματιστής θα αναδειχθεί όποιος υποβάλλει την υψηλότερη προσφορά». Είναι όμως αμφίβολο αν τελικά η αγορά μπορεί να λειτουργεί ορθολογικά ανά πάσα στιγμή και σε συνθήκες υγιούς ανταγωνισμού. Σε κάθε περίπτωση η τιμή πρώτης προσφοράς είχε ως στόχο διαχρονικά και την προστασία του οφειλέτη, καθώς σε αντίθετη περίπτωση δεν θα υπήρχε καν λόγος να την προβλέψουμε και οι πλειστηριασμοί θα διενεργούνταν με ελεύθερες προσφορές (όπως π.χ. στο πλαίσιο του νέου πτωχευτικού κώδικα όταν το ενεργητικό της επιχείρησης εκποιείται ως σύνολο). 

γ) Ένας ενδιαφερόμενος πλειοδότης είναι πιθανό, αφού ενημερωθεί και για τη μη συμμετοχή τυχόν άλλων πλειοδοτών, να αναμένει την κήρυξη των δύο πρώτων πλειστηριασμών άγονων ώστε να πλειοδοτήσει στον 3ο κατά σειρά πλειστηριασμό, όπου η τιμή αυτόματα θα είναι αρκετά μειωμένη. Κατ’ αυτόν τον τρόπο ο οφειλέτης τελικά θα απολέσει το περιουσιακό του στοιχείο σε χαμηλότερη τιμή, με κίνδυνο να συνεχίζει να οφείλει στον δανειστή του –συνήθως πιστωτικό ίδρυμα- αν το εκπλειστηρίασμα δεν έχει καλύψει το ποσό της οφειλής. 

Ωστόσο πρέπει να επισημάνουμε και τα εξής:

α) Η τιμή πρώτης προσφοράς σε ένα πλειστηριασμό θα ήταν λογικό να συνδέεται με την τιμή βίαιης εκποίησης ενός ακινήτου (foreclosure value, distressed sale value) και όχι με την τιμή ελεύθερης πώλησης. Δεν πωλείται δηλ. το ακίνητο σε συνθήκες ελεύθερης αγοράς, με τις ευθύνες που μπορεί να έχει ένας πωλητής και τις διασφαλίσεις που μπορεί να διαπραγματευτεί ένας αγοραστής. Επίσης δεν αντιμετωπίζει τους ίδιους κινδύνους ένας αγοραστής ακινήτου σε πλειστηριασμό, με αυτόν που αγοράζει ακίνητο στην ελεύθερη αγορά∙ εκτός από τους κινδύνους δικαστικής ανατροπής του πλειστηριασμού μέσω άσκησης ανακοπών εκ μέρους του οφειλέτη, υφίσταται και το μη γνωστό κόστος της τακτοποίησης τυχόν αυθαίρετων κατασκευών κτλ. όπως επίσης και διάφορα άλλα κρυφά βάρη (που έχουμε επισημάνει σε άλλο άρθρο μας). Είναι εύλογο η τιμή πρώτης προσφοράς να πρέπει να αντικατοπτρίζει αυτή τη διαφοροποίηση. Ο νόμος, ωστόσο, ορίζει ότι η τιμή πρώτης προσφοράς ισούται με την εμπορική αξία του ακινήτου χωρίς να λαμβάνει υπόψη του τις παραπάνω παραμέτρους. Με την προτεινόμενη αλλαγή φαίνεται να αντισταθμίζεται αυτή η ανισορροπία μέσω της αυτόματης μείωσης της τιμής. 

β) Τα δικαστήρια που εξετάζουν υποθέσεις μείωσης τιμής πρώτης προσφοράς είναι προφανές ότι στηρίζονται κατά κύριο λόγο σε εκθέσεις εκτίμησης. Οι τελευταίες, όμως, ως γνωστόν, μπορεί να ποικίλουν∙ για το ίδιο ακίνητο ο ένας εκτιμητής μπορεί να έχει λάβει συγκεκριμένα συγκριτικά στοιχεία που ενισχύουν το επιθυμητό αποτέλεσμα, ενώ ο εκτιμητής του αντιδίκου κάποια άλλα συγκριτικά στοιχεία που οδηγούν σε ένα αρκετά διαφορετικό αποτέλεσμα. Το μόνο αντικειμενικό και αδιαμφισβήτητο στοιχείο είναι ότι ο πλειστηριασμός δεν μπόρεσε να οδηγήσει σε γόνιμο αποτέλεσμα δύο συνεχόμενες φορές∙ αυτό από μόνο του παρέχει ένα τεκμήριο περί υψηλής τιμής πρώτης προσφοράς. Ωστόσο επειδή πρόκειται για τεκμήριο, θα ήταν μάλλον σκόπιμο να διευκρινιστεί στο νόμο ότι ο οφειλέτης δύναται να ασκήσει τη λεγόμενη ανακοπή διόρθωσης, ώστε να αμφισβητήσει δικαστικώς πλέον την αυτόματη μείωση της τιμής πρώτης προσφοράς. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, θα επιτευχθεί μεν το κατ’ αρχήν αυτόματο της μείωσης της τιμής, αλλά θα παρασχεθεί και στον οφειλέτη η δυνατότητα να προστατευθεί δικαστικώς, εφόσον κριθεί τελικά ότι ο λόγος της έλλειψης ενδιαφέροντος δεν είναι η υψηλή, σε σχέση με την εμπορική αξία, τιμή πρώτης προσφοράς αλλά π.χ. τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του ακινήτου που το καθιστούν ελκυστικό σε περιορισμένο αγοραστικό κοινό κοκ.  

Δευτέρα 1 Ιουλίου 2024

ΔΑΝΕΙΟΥ πληρωμη απο ΕΓΓΥΗΤΗ

 

image_pdfimage_print

της Βασιλικής Ηλιοπούλου με τη συνεργασία του Γιώργου Δαλιάνη *

Η αύξηση των επιτοκίων των επιχειρηματικών κυρίως δανείων που συνάφθηκαν  με κυμαινόμενο επιτόκιο αλλά και η πρωτοφανής οικονομική κρίση της προηγούμενης δεκαετίας οδήγησε πολλούς δανειολήπτες σε αδυναμία αποπληρωμή των δανειακών τους υποχρεώσεων, ενώ παρατηρήθηκε και το φαινόμενο καταβολής δανείων από εγγυητές. Όμως, τι φορολογικές συνέπειες έχει αυτή η κίνηση;

Εκ των προτέρων θα θέλαμε να επισημάνουμε ότι στο παρόν εξετάζουμε από φορολογικής σκοπιάς το ζήτημα της αποπληρωμής δανείου από εγγυητή, χωρίς να επεκταθούμε ιδιαίτερα στο αστικό κομμάτι των απαιτήσεων που γεννώνται (εγκυρότητα σύμβασης εγγύησης, δυνατότητα άμυνας του εγγυητή, τρόπος αναγωγής κατά του πρωτοφειλέτη κ.λπ.). Σύμφωνα με το άρθρο 847 Α.Κ. ορίζεται ότι: «με τη σύμβαση της εγγύησης ο εγγυητής αναλαμβάνει απέναντι στο δανειστή την ευθύνη ότι θα καταβληθεί η οφειλή». Όπως έχουμε αναφέρει σε προηγούμενη αρθρογραφία («Εγγυητές, υποχρεώσεις και δικαιώματα), τις περισσότερες περιπτώσεις, οι εγγυητές δεν γνωρίζουν ότι ο εγγυητής ευθύνεται με όλη την περιουσία του και φυσικά είναι ψιλά γράμματα για τον εγγυητή ο επιβαλλόμενος στη σύμβαση όρος περί παραίτησης από την ένσταση διζήσεως. Πρέπει, επίσης να επισημανθεί ότι οι υποχρεώσεις που απορρέουν από τη σύμβαση εγγύησης (η οποία υπάγεται στη γενική παραγραφή του ΑΚ) επηρεάζει και τους συγγενείς ή κληρονόμους των εγγυητών.

Τεκμήριο απόκτησης

Στην ΠΟΛ 1076/2015 αναφέρεται ότι η  απόσβεση δανείων και πιστώσεων οποιασδήποτε μορφής θεωρείται δαπάνη απόκτησης που βαρύνει τον λήπτη του δανείου. Σε κάθε περίπτωση όμως εξετάζεται το γεγονός του ποιος πραγματικά καταβάλλει τα σχετικά ποσά. Επομένως, σε δάνειο που έχει  ληφθεί από φυσικό πρόσωπο και (αποδεδειγμένα) εξοφλείται από τον εγγυητή, το τεκμήριο βαρύνει τον εγγυητή, ο οποίος είναι αυτός που πραγματικά καταβάλλει τα ποσά των δόσεων.  Μάλιστα είναι αδιάφορο αν ο εγγυητής είναι ο γονέας, το τέκνο, συγγενικό πρόσωπο ή κάποιος τρίτος (σχετ. ΔΕΔ Θ 139/2022).

Σύμφωνα επίσης με την  ΠΟΛ. 1033/2014 Απόφαση, όπως αυτή τροποποιήθηκε με την ΠΟΛ. 1054/2015 Απόφαση, τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα έχουν την υποχρέωση να αποστέλλουν πληροφορίες για τα χρηματικά ποσά που πραγματικά καταβάλλουν οι πελάτες τους για την τοκοχρεωλυτική απόσβεση δανείων, με σαφή διαχωρισμό αν αφορούν σε στεγαστικό ή καταναλωτικό ή άλλο δάνειο και από τις πληροφορίες που λαμβάνει η φορολογική διοίκηση προ συμπληρώνονται και τα ανάλογα πεδία στις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος

Ο φορολογούμενος που δεν συμφωνεί με τον χαρακτηρισμό που έχει γίνει για το δάνειό του κατά την ηλεκτρονική αποστολή των αρχείων από τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα (π.χ. θεωρεί ότι εμφανίζεται λανθασμένα ως υπόχρεος, ή θεωρεί ότι τα ποσοστά που βαρύνουν τον κάθε συνοφειλέτη του δανείου είναι διαφορετικά, ή θεωρεί ότι έχει γίνει λάθος το καταβληθέν ποσό κλ.) έχει τη δυνατότητα καταρχήν να απευθυνθεί στο χρηματοπιστωτικό ίδρυμα που έστειλε τα στοιχεία για λογαριασμό του, προκειμένου να γίνει διόρθωση στο υποβληθέν ηλεκτρονικό αρχείο, ή έστω, εναλλακτικά, να του χορηγηθεί έντυπη βεβαίωση.

Φόρος δωρεάς

Σε περίπτωση εξόφλησης του δανείου από εγγυητή, πέρα από το τεκμήριο που βαρύνει τον τελευταίο, το έτερο φορολογικό ζήτημα που τίθεται είναι το ενδεχόμενο να καταλογιστεί κατόπιν ελέγχου από τις αρμόδιες φορολογικές αρχές (ΚΕΦΟΜΕΠ, ΣΔΟΕ, ΔΟΥ, ΕΛΚΕ) φόρος δωρεάς (ν. 2961/2000). Ιδιαίτερο ενδιαφέρον εντοπίζεται στην εξόφληση δανείου από εγγυητή-σύζυγο μετά τη λύση του γάμου. Ενώ στην περίπτωση εξόφλησης κατά τη διάρκεια του γάμου, μπορεί να επιβληθεί φόρος δωρεάς μεταξύ συζύγων (υπενθυμίζουμε ότι από 1.10.2021, ορίστηκε ως αφορολόγητο το ποσό δωρεών μετρητών μεταξύ συζύγων σε οκτακόσιες χιλιάδες (800.000) ευρώ), σε περίπτωση που έχει λυθεί ο γάμος ο φόρος δωρεάς υπολογίζεται σε 40%, καθώς δεν υφίσταται πλέον συζυγική σχέση.

Οι περιπτώσεις να μη θεωρηθεί ότι συντρέχει φόρος δωρεάς είναι:

(α) να συναφθεί σύμβαση δανείου μεταξύ εγγυητή και αρχικού οφειλέτη, με καταβολή των αναλογούντων τελών χαρτοσήμου

(β) η αποδεδειγμένη δικαστική διεκδίκηση του ποσού από τον εγγυητή έναντι του αρχικού οφειλέτη. Σημειώνεται ότι ο εγγυητής έχει δικαίωμα αναγωγής κατά του πρωτοφειλέτη και υποκαθίσταται στα δικαιώματα του δανειστή (Εφ.Θες. 633/1954, ΣτΕ 1173/1968).

Ωστόσο, σε περίπτωση δανείου που αποπληρώνεται από τον εγγυητή, η αποπληρωμή δεν λογίζεται ως δωρεά προς τον δανειολήπτη, εφόσον έχει συμφωνηθεί κάποιο αντάλλαγμα, όπως π.χ. η εκχώρηση μισθωμάτων – απαιτήσεων του δανειολήπτη προς τον εγγυητή. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε ότι μετά από έλεγχο καταλογίσθηκε  φόρος δωρεάς για το ποσό των δόσεων που καταβλήθηκαν από τον εγγυητή και υπερέβαινε το ύψος των μισθωμάτων, το οποίο ως εκ τούτου θεωρήθηκε ότι καλύπτεται από την περιουσία του εγγυητή χωρίς την παροχή ανταλλάγματος. Ωστόσο, μετά από άσκηση ενδικοφανούς προσφυγής η Διοίκηση έκρινε ότι η εν λόγω δωρεά δεν υφίσταται, βασιζόμενη σε κρίσιμο όρο του ιδιωτικού συμφωνητικού εκχώρησης των μισθωμάτων που είχαν συνάψει τα μέρη. Συγκεκριμένα, η σύμβαση προέβλεπε δυνατότητα επέκτασης της διάρκειας της εκχώρησης των μισθωμάτων μέχρι του σημείου της ολικής εξόφλησης του ποσού του δανείου που κατέβαλε ο εγγυητής με την είσπραξη των αντίστοιχων μισθωμάτων.

Συνεπώς, ναι μεν έχει την δυνατότητα ο εγγυητής να καταβάλει αντί του πρωτοφειλέτη το ποσό του δανείου, προκειμένου να αποφύγει τη λήψη αναγκαστικών μέτρων είσπραξης σε βάρος του, όμως, μία τέτοια κίνηση έχει φορολογικές συνέπειες που ποικίλουν ανάλογα με τις ειδικότερες περιστάσεις κάθε υπόθεσης.

 *Η Βασιλική Ηλιοπούλου είναι πρώην Γενική Διευθύντρια Φορολογικής Διοίκησης και συνεργάτης της ARTION AE.

ΔΟΣΟΛΗΠΤΙΚΟΙ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΙ, ΤΗΡΗΣΗ ΣΕ ΝΟΜΙΚΑ ΠΡΟΣΩΠΑ

  Του Γιώργου Δαλιάνη με τη συνεργασία της Μαρίας Πουρνιά και της Νίκης Χατζοπούλου* αναδημοσιευση Όπως σε κάθε νομικό πρόσωπο, έτσι και στι...