Παρασκευή 29 Σεπτεμβρίου 2023

ΕΠΙΛΟΓΕΣ ΑΝΑΔΙΑΡΘΡΩΣΗΣ ΟΦΕΙΛΩΝ - ΕΝΔΕΔΕΙΓΜΕΝΕΣ ΛΥΣΕΙΣ . ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ - ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

Γιώργος Ψαράκης, ΜΔΕ, LL.M., PgCert (αναδημοσίευση από Moneyreview.gr) Περίληψη: Eξωδικαστικός μηχανισμός, δεύτερη ευκαιρία, τραπεζική διαμεσολάβηση, εξυγίανση, κώδικας δεοντολογίας, πτώχευση. Πριν από 2 περίπου χρόνια είχαμε καταγράψει τις προτεινόμενες λύσεις, ενδεικτικά, για κάποιες βασικές περιπτώσεις οφειλετών. Στο σημερινό άρθρο θα προβούμε σε μια επικαιροποίηση των απαντήσεων, μετά από τις τελευταίες νομοθετικές και νομολογιακές εξελίξεις. Η αλήθεια παραμένει ότι δύσκολα κάποιος μπορεί να γνωρίζει με ασφάλεια ποια είναι η βέλτιστη ρύθμιση για εκείνον∙ εύλογη συνέπεια όταν ξεδιπλώνεται μπροστά σου μια πληθώρα εναλλακτικών. Πλέον όμως είναι καλύτερα αντιληπτοί οι προσφερόμενοι μηχανισμοί, τουλάχιστον στους ειδικευμένους συμβούλους που ασχολούνται με αυτούς, οι οποίοι με τη σειρά τους έρχονται να συνδράμουν τους οφειλέτες. Eξωδικαστικός μηχανισμός, δεύτερη ευκαιρία, τραπεζική διαμεσολάβηση, εξυγίανση, κώδικας δεοντολογίας, πτώχευση. Πριν από 2 περίπου χρόνια είχαμε καταγράψει τις προτεινόμενες λύσεις, ενδεικτικά, για κάποιες βασικές περιπτώσεις οφειλετών. Στο σημερινό άρθρο θα προβούμε σε μια επικαιροποίηση των απαντήσεων, μετά από τις τελευταίες νομοθετικές και νομολογιακές εξελίξεις. Η αλήθεια παραμένει ότι δύσκολα κάποιος μπορεί να γνωρίζει με ασφάλεια ποια είναι η βέλτιστη ρύθμιση για εκείνον∙ εύλογη συνέπεια όταν ξεδιπλώνεται μπροστά σου μια πληθώρα εναλλακτικών. Πλέον όμως είναι καλύτερα αντιληπτοί οι προσφερόμενοι μηχανισμοί, τουλάχιστον στους ειδικευμένους συμβούλους που ασχολούνται με αυτούς, οι οποίοι με τη σειρά τους έρχονται να συνδράμουν τους οφειλέτες. Ας δούμε, λοιπόν, κάποια περιπτώσεις. 1. Έχω υψηλά χρέη σε Τράπεζες, προμηθευτές, Δημόσιο και ΕΦΚΑ. Διατηρώ μια μικρή ατομική επιχείρηση και δεν έχω ακίνητη περιουσία (ή έχω την κατοικία μου που ωστόσο είναι βεβαρυμμένη με προσημειώσεις για ποσά κατά πολύ μεγαλύτερα της εμπορικής της αξίας). Η λύση που αρμόζει περισσότερο στην περίπτωση αυτή είναι η πτώχευση σε συνδυασμό με το θεσμό της «δεύτερης ευκαιρίας» (απαλλαγή του οφειλέτη από τα χρέη του - βλ. εδώ). Με την έκδοση της πτωχευτικής απόφασης και την πάροδο 3ετίας (ή έτους ανάλογα με την περιουσία που διαθέτει ο πτωχός), τα χρέη «διαγράφονται» και δύναται πλέον ο οφειλέτης να ξεκινήσει από την αρχή, εκκινώντας ακόμα και νέα επιχειρηματική δραστηριότητα. Εξάλλου, ο εξοπλισμός της ατομικής επιχείρησης θα είναι συνήθως ακατάσχετος (η πτωχευτική περιουσία περιλαμβάνει το σύνολο της περιουσίας που ανήκει στον οφειλέτη κατά την κήρυξη της πτώχευσης, οπουδήποτε και αν βρίσκεται∙ δεν ανήκουν, όμως, στην πτωχευτική περιουσία τα ακατάσχετα, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται και όσα πράγματα είναι απαραίτητα για την εργασία όσων αποκτούν εισόδημα από ατομική επιχείρηση). Η κατοικία του, ωστόσο, θα ρευστοποιηθεί προς όφελος των πιστωτών του, εκτός κι αν κριθεί «ευάλωτος οφειλέτης» και επιλέξει τη μεταβίβαση της κατοικίας στον φορέα απόκτησης και τη μίσθωσή της από τον τελευταίο (όταν τούτο θεσμοθετηθεί• σήμερα, και έως τις 15/12/2023, έχουμε το λεγόμενο «ενδιάμεσο πρόγραμμα» που προστατεύει την πρώτη κατοικία υπό προϋποθέσεις). 2. Έχω μεγάλη ακίνητη περιουσία, η αξία της οποίας υπερβαίνει το σύνολο των οφειλών μου. Ωστόσο δεν έχω την ρευστότητα να εξοφλήσω τις οφειλές μου προς Δημόσιο, Τράπεζες και ΕΦΚΑ κατά το χρόνο που αυτές καθίσταται ληξιπρόθεσμες. Στο παραπάνω παράδειγμα θα ταίριαζε καλύτερα η λύση της ένταξης στον εξωδικαστικό μηχανισμό (βλ. εδώ). Τούτο διότι θα εκτιμηθούν οι αξίες των ακινήτων βάσει ΕΝΦΙΑ και η εισοδηματική κατάσταση του οφειλέτη, ούτως ώστε να μπορούν οι οφειλές του να ρυθμιστούν αναλόγως, με δυνατότητα αποπληρωμής μέχρι 240 δόσεις για τις οφειλές σε Δημόσιο και Ασφαλιστικά Ταμεία και 420 για τους χρηματοδοτικούς φορείς (ειδικότερα για τις οφειλές προς τις τράπεζες και διαχειριστές δανείων, η διευθέτησή τους μπορεί να γίνει αν πρόκειται για ενυπόθηκα στεγαστικά δάνεια σε έως 420 δόσεις, ενώ για επιχειρηματικά σε έως 240 δόσεις). Προσοχή όμως: όπως χαρακτηριστικά απαντάει και η Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους «…στη διαδικασία του Εξωδικαστικού Μηχανισμού Ρύθμισης Οφειλών δεν υπάρχει υποχρέωση των πιστωτικών ιδρυμάτων ή των διαχειριστών δανείων (που εκπροσωπούν τα funds) να προβούν σε ρύθμιση των χρεών των οφειλετών». Πολλές ρυθμίσεις έχουν ήδη γίνει για οφειλές σε Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης και Δημόσιο που, ιδίως μετά την θέσπιση του σταθερού επιτοκίου ρύθμισης 3%, πράγματι βοηθούν τους οφειλέτες. 3. Δεν έχω καμία περιουσία και καμία δραστηριότητα. Είμαι μισθωτός. Οφείλω, όμως, μεγάλα ποσά σε ασφαλιστικά ταμεία και σε Δημόσιο από προηγούμενη επιχειρηματική μου δραστηριότητα. Η υποβολή αίτησης πτώχευσης είναι η λύση που αρμόζει περισσότερο. Τούτο διότι μετά από 3 έτη από την καταχώρισή του στο μητρώο φερεγγυότητας, ο οφειλέτης θα απαλλαγεί από τα χρέη και θα μπορεί να αποκτήσει ξανά περιουσιακά στοιχεία στο όνομά του. (σημειωτέον, ότι επειδή στερείται ο οφειλέτης περιουσίας, η αίτηση πτώχευσης θα απορριφθεί αλλά θα καταχωρηθούν τα στοιχεία του στο μητρώο αφερεγγυότητας –βλ. εδώ- και από εκείνο το σημείο θα εκκινήσει η 3ετία για την απαλλαγή). Ωστόσο, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 7 της υπ’ αριθμ. 44510 ΕΞ 2021 ΚΥΑ, σε περίπτωση διαγραφής οφειλών από ασφαλιστικές εισφορές μη μισθωτής απασχόλησης λόγω απαλλαγής του οφειλέτη κατόπιν κήρυξής του σε πτώχευση, ακυρώνεται ο χρόνος ασφάλισης και τα ασφαλιστικά δικαιώματα. 4. Είμαι μοναδικός μέτοχος και Διευθύνων Σύμβουλος Α.Ε. που έχει υψηλές οφειλές σε Δημόσιο και πιστωτικά ιδρύματα. Η αξία των παγίων είναι, σχετικά με το ύψος των χρεών, αρκετά μικρή. Η επιχείρηση είναι εντάσεως εργασίας και η τεχνογνωσία που έχω αποκτήσει είναι αυτή που τελικά έχει τη μεγαλύτερη αξία. Δεν έχω προσωπική περιουσία. Στην περίπτωση αυτή θα μπορούσε να συζητηθεί το ενδεχόμενο της πτώχευσης της εταιρείας, με παράλληλη απαλλαγή του εκπροσώπου από τα χρέη που βαραίνουν τον ίδιο προσωπικά λόγω εκπροσώπησης της εταιρείας (βάσει άρθρου 195 πτωχευτικού νόμου - βλ. εδώ). Βάσει της εν λόγω ρύθμισης (του ά. 195), απαλλάσσεται ο εκάστοτε εκπρόσωπος από κάθε αλληλέγγυα ευθύνη του για οφειλές έναντι Δημοσίου και ΕΦΚΑ της Α.Ε. που προέκυψαν 3-5 χρόνια πριν την πτώχευση (η διάρκεια εξαρτάται από το χρόνο που έπαυσε η εταιρεία τις πληρωμές της), εκτός κι εάν υποβληθεί προσφυγή οποιουδήποτε έχει έννομο συμφέρον κατά της απαλλαγής του. Σε αντίθετη περίπτωση –αν δηλ. δεν προβλεπόταν η εν λόγω απαλλαγή-, ακόμα κι αν η Α.Ε. πτώχευε, το Δημόσιο και ΕΦΚΑ θα στρεφόντουσαν κατά του εκπροσώπου της, ο οποίος και θα ευθυνόταν με την ατομική του περιουσία για τα χρέη της εταιρείας (για όσα είναι αλληλέγγυα υπεύθυνος βάσει νόμου). Αντίστοιχα, εφόσον υπάρχουν χρέη λόγω εγγυήσεων (για δάνεια λ.χ. σε πιστωτικά ιδρύματα), τα οποία δεν διαγράφονται λόγω πτώχευσης της εταιρείας-πρωτοφειλέτιδας (βάσει άρθρου 195), θα μπορούσε να συζητηθεί το ενδεχόμενο υποβολής ατομικής αίτησης πτώχευσης ενώ η εταιρεία να παραμείνει αδρανής (χωρίς να υποβάλει αίτηση πτώχευσης). Στην περίπτωση αυτή ο διευθύνων σύμβουλος απαλλάσσεται από όλα τα χρέη που υπάρχουν κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης πτώχευσης και δύναται κατόπιν να εκκινήσει νέα επιχειρηματική δραστηριότητα. Με τον τρόπο αυτό πετυχαίνει να κάνει ένα νέο επιχειρηματικό ξεκίνημα χωρίς να έχει τα βαρίδια του παρελθόντος. Δυνατή είναι φυσικά και η προσπάθεια επίτευξης συμφωνία εξυγίανσης με τους δανειστές της Α.Ε. ώστε να αποφευχθεί η πτώχευση. Η τελευταία δυνατότητα, όμως, θα υφίσταται μόνο αν οι δανειστές συμφωνήσουν σε μια διαγραφή χρεών τέτοιου ύψους, ώστε να καταστεί βιώσιμη η επιχείρηση (βλ. παρακάτω περίπτωση υπ’ αριθμ. 7). 5. Είμαι νόμιμος εκπρόσωπος Α.Ε. που έχει οφειλές μόνο σε ένα πιστωτικό ίδρυμα. Πλέον και σε αυτή την περίπτωση μπορεί να λειτουργήσει ο εξωδικαστικός μηχανισμός. Παράλληλα μπορεί να γίνει χρήση και του Κώδικα Δεοντολογίας, με συγκεκριμένους ωστόσο περιορισμούς για επιχειρήσεις με κύκλο εργασιών άνω του 1.000.000 ευρώ. Ως προς τα δύο πλαίσια, ο μεν εξωδικαστικός μηχανισμός παρέχει μια περίοδο αναστολής πράξεων εκτέλεσης (σημαντική παράμετρος), ο δε Κώδικας Δεοντολογίας, όμως, δίνει το δικαίωμα στον οφειλέτη να διατυπώσει αντιπρόταση επί της πρότασης του δανειστή (πρακτικά δηλ. να έχουμε ένα πληρέστερο ιστορικό προτάσεων, αντιπροτάσεων, τελικών προτάσεων ώστε να μπορεί να ελεγχθεί η νομιμότητα των ενεργειών του δανειστή). Τελικά το πρόβλημα υπερχρέωσης θα επιλυθεί μεταξύ επιχείρησης – τράπεζας/servicer με τη διενέργεια διαπραγματεύσεων, αρκετά σκληρών ορισμένες φορές και εξαρτωμένων από την διαπραγματευτική δύναμη που έκαστο μέρος έχει την κρίσιμη χρονική στιγμή. Ο νόμιμος εκπρόσωπος δεν ευθύνεται με την προσωπική του περιουσία για χρέη προς τα πιστωτικά ιδρύματα, εκτός κι αν έχει εγγυηθεί γι’ αυτά (το οποίο είναι και το συνήθως συμβαίνον στις οικογενειακές επιχειρήσεις). Δυνατή είναι και η χρήση της διαδικασίας εξυγίανσης, εφόσον υπάρχει η συμφωνία εκ μέρους του πιστωτικού ιδρύματος (ο κώδικας δεοντολογίας έχει ως στόχο τη συμφωνία ενώ η διαδικασία εξυγίανσης την προϋποθέτει∙ τυχόν συμφωνία φυσικά στο πλαίσιο του Κώδικας Δεοντολογίας μπορεί να καταλήξει σε κατάρτιση σύμβασης εξυγίανσης και επικύρωσή της από το δικαστήριο• η επικύρωση της συμφωνίας εξυγίανσης απαλλάσσει την επιχείρηση από τον φόρο εισοδήματος σε τυχόν διαγραφή οφειλών κοκ). 6. Έχω ατομική επιχείρηση που έχει οφειλές μόνο σε ΕΦΚΑ και Δημόσιο. Έχω προσωπική περιουσία που υπερκαλύπτει τις οφειλές μου. Στην περίπτωση αυτή ενδεδειγμένη λύση φαίνεται να είναι η διαδικασία των εξωδικαστικού μηχανισμού με βάση τον διμερή μηχανισμό ρύθμισης. Για οφειλές προς τη Φορολογική Διοίκηση ή/και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης που υπερβαίνουν το ποσό των 10.000 ευρώ ανά πιστωτή, ο οφειλέτης μπορεί να κάνει αίτηση στον εξωδικαστικό μηχανισμό, η οποία δρομολογείται προς τον πιστωτή του (Δημόσιο ή/και ΕΦΚΑ) προκειμένου να του προτείνει μια ρύθμιση. Η ρύθμιση αυτή προκύπτει από ειδικό αλγόριθμο (δηλ. αυτόματο υπολογιστικό εργαλείο), που αξιολογεί την οικονομική κατάσταση του οφειλέτη (δηλ. έσοδα – εισοδήματα και περιουσία) ενώ οι δόσεις μπορούν να φτάσουν έως τις 240. Δεν μπορεί να λάβει χώρα διαγραφή βασικής οφειλής ασφαλιστικών εισφορών και παρακρατούμενων/επιρριπτόμενων φόρων (ΦΠΑ, ΦΜΥ κοκ). Λοιποί φόροι και ασφαλιστικές οφειλές μπορούν να διαγραφούν μέχρι και 75%. Προσαυξήσεις διαγράφονται έως 85% και πρόστιμα έως 95% (ενώ αυτοτελή πρόστιμα έως 75%). Το Δημόσιο και οι Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης οφείλουν να προτείνουν, ο καθένας ξεχωριστά, τη σύναψη διμερών συμβάσεων αναδιάρθρωσης οφειλών. Η αποπληρωμή γίνεται σε μηνιαίες τοκοχρεωλυτικές δόσεις με σταθερό επιτόκιο 3% και μπορεί σε δεύτερο χρόνο να λάβει χώρα και προεξόφληση δόσεων με αφαίρεση των υπολογισθέντων τόκων. Μπορεί να υποβληθεί αίτηση για ρύθμιση και ήδη ρυθμισμένων οφειλών με βάση παλαιότερους νόμους. Ρυθμίζονται οφειλές που κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης είναι ήδη βεβαιωμένες (βασικές οφειλές συμπεριλαμβανομένων προσαυξήσεων, τόκων, προστίμων). 7. Είμαι βασικός μέτοχος και νόμιμος εκπρόσωπος εταιρείας με υψηλές οφειλές σε τράπεζες, ΕΦΚΑ και Δημόσιο. Η αξία της περιουσίας της εταιρείας είναι σημαντική αλλά μικρότερη από τις οφειλές της. Η ενδεδειγμένη λύση για την εταιρεία είναι αυτή του εξωδικαστικού μηχανισμού ή της εξυγίανσης. Η επιλογή του καταλληλότερου θεσμικού πλαισίου εκ των δύο, θα εξαρτηθεί από το ύψος των οφειλών του Δημοσίου/ΕΦΚΑ σε σχέση με αυτό των τραπεζών (π.χ. στο πλαίσιο του εξωδικαστικού μηχανισμού δεν μπορεί να διαγραφεί βασική οφειλή ΦΠΑ, ΦΜΥ, ασφαλιστικών εισφορών ενώ στη διαδικασία της εξυγίανσης τούτο είναι εφικτό - βλ. εδώ∙ στο πλαίσιο του εξωδικαστικού η τεκμαιρόμενη συναίνεση του Δημοσίου/ΕΦΚΑ παρέχεται, μεταξύ άλλων, υπό την προϋπόθεση ότι οι οφειλές είναι κάτω του 1,5 εκατομμυρίου ενώ στην εξυγίανση το όριο αυτό αυξάνεται στα 15 εκατομμύρια ευρώ για Δημόσιο και ΕΦΚΑ χωριστά). Προϋπόθεση, φυσικά, είναι να υπάρχει η στήριξη της τράπεζας ή των τραπεζών (εν γένει χρηματοδοτικών φορέων) που κατέχουν το μεγαλύτερο ποσοστό των απαιτήσεων (60% του συνόλου των απαιτήσεων μεταξύ των οποίων και 50% αυτών με ειδικό προνόμιο για τη διαδικασία της εξυγίανσης και 40% για τη διαδικασία του εξωδικαστικού μηχανισμού). Η διαδικασία της εξυγίανσης προσφέρεται για μεγαλύτερες επιχειρήσεις με υψηλό δανεισμό και ανάγκες προσαρμοσμένης διευθέτησης, ενώ ο εξωδικαστικός μηχανισμός παρέχει λύσεις περισσότερο γενικές με μόνη δυνατότητα τη δοσοποίηση σε μηνιαίες καταβολές της οφειλής (π.χ. στον εξωδικαστικό μηχανισμό δεν προβλέπονται προκαταβολές, ενδιάμεσες καταβολές, ενδιάμεσες μεταβιβάσεις περιουσιακών στοιχείων για εξόφληση οφειλών κοκ). Θα πρέπει, ωστόσο, να προσεχθεί ότι στην εξυγίανση η οιαδήποτε διαγραφή χρεών προς το Δημόσιο και ΕΦΚΑ δεν ωφελεί και τα αλληλεγγύως υπεύθυνα πρόσωπα, όπως είναι ο εκπρόσωπος μιας Α.Ε. Ενδέχεται, δηλ., να διαγραφεί ένα μεγάλο μέρος βασικής οφειλής και προστίμων/τόκων από οφειλές σε Δημόσιο και ΕΦΚΑ όσον αφορά στην εταιρεία, ωστόσο για όσα από αυτά είναι αλληλέγγυα υπεύθυνος και ο εκπρόσωπος (βλ. λ.χ. άρθρο 50 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας), ο τελευταίος θα συνεχίζει να τα οφείλει με υπέγγυα την προσωπική του περιουσία (εκτός κι αν το Δημόσιο/ΕΦΚΑ συμφωνήσει διαφορετικά – άρθρο 60 παρ. 3 ν. 4738/2020). Αντίθετη, ωστόσο, είναι η ρύθμιση στο πλαίσιο του εξωδικαστικού μηχανισμού («Έτσι, τα έννομα αποτελέσματα της εξωδικαστικής ρύθμισης του ν. 4738/2020 -αναστολή μέτρων εκτέλεσης και ποινικής δίωξης, χορήγηση αποδεικτικού ενημερότητας, δυνατότητα «αδρανοποίησης» κατασχέσεων, διαγραφή υπολοίπου οφειλών μετά την εξόφληση της ρύθμισης- επέρχονται όχι μόνο ως προς τον αιτούντα-πρωτοφειλέτη, αλλά και ως τυχόν συνοφειλέτες του, για όσο διάστημα τηρείται η ρύθμιση από τον πρωτοφειλέτη» - 151323 ΕΞ 2021). Επίσης στο πλαίσιο του εξωδικαστικού μηχανισμού το επιτόκιο ρύθμισης των οφειλών στο Δημόσιο είναι 3% σταθερό και σε χρηματοδοτικούς φορείς α) για τις εξασφαλισμένες οφειλές ίσο με το επιτόκιο Eur3m + 2,5% και β) για τις ανεξασφάλιστες οφειλές ίσο με το επιτόκιο Eur3m + 3%. Αντίθετα, στο πλαίσιο της εξυγίανσης δεν υπάρχει συγκεκριμένο επιτόκιο ρύθμισης ενώ αρκετές φορές οι οφειλές προς Δημόσιο και ΕΦΚΑ ρυθμίζονται άτοκα, ενώ τα επιτόκια ρύθμισης με χρηματοδοτικούς φορείς βρίσκονται συνήθως χαμηλότερα του 3% + Eur3m. 8. Είμαι εκπρόσωπος Α.Ε. που έχει λυθεί εδώ και αρκετά χρόνια, βρίσκεται σε εκκαθάριση και έχει υψηλές οφειλές σε Δημόσιο και ΕΦΚΑ που ανάγονται σε χρήσεις πέραν της 5ετίας. Έχω μεγάλη ακίνητη περιουσία. Η υποβολή αίτησης πτώχευσης της εταιρείας με χρήση της απαλλαγής του εκπροσώπου (βλ. περίπτωση υπ’ αριθμ. 4), δεν είναι η κατάλληλη εναλλακτική στην περίπτωση αυτή, καθώς τα χρέη ανάγονται σε χρήσεις πέραν της 5ετίας από την επιδιωκόμενη πτώχευση και άρα δεν θα απαλλαγεί από αυτά ο νόμιμος εκπρόσωπος. Βάσει προσφάτως δε ψηφισθείσας ρύθμισης (Απρίλιος 2023), οφειλές προς το Δημόσιο που έχουν βεβαιωθεί σε βάρος νομικού προσώπου που έχει λυθεί και είναι σε εκκαθάριση, δύνανται να ρυθμιστούν με αίτηση του νομίμου εκπροσώπου του, που είναι και αλληλέγγυα υπεύθυνος για την καταβολή τους. Πριν την υιοθέτηση της εν λόγω ρύθμισης, το νομικό πρόσωπο έπρεπε να αναβιώσει ούτως ώστε να παύσει να είναι σε εκκαθάριση, διαδικασία που προϋπόθετε αποφάσεις εταιρικών οργάνων κοκ. Άρα η κατάλληλη επιλογή είναι η υποβολή αίτησης ρύθμισης από το νόμιμο εκπρόσωπο στο πλαίσιο του εξωδικαστικού μηχανισμού.

Τετάρτη 27 Σεπτεμβρίου 2023

ΦΟΡΕΑΣ

Dimitris Κ. Kosmas 
Η  NFI ιδρύθηκε το 2007 με τη μορφή ενός γραφείου υποστήριξης ΜΜΕ σε επιχοχρηγούμενα προγράμματα, που ίδρυσε ο Δημήτρης Κοσμάς, βασικός εταίρος και εκπρόσωπος της εταιρείας και σήμερα έχει εξελιχθεί σε μία αξιόπιστη εταιρεία παροχής συμβουλευτικών, ελεγκτικών και λογιστικών υπηρεσιών. 
Η NFI PC δραστηριοπιείται σε όλη την Ελληνική επικράτεια. 
Συνδυάζει με Ευελιξία, Προσαρμοστικότητα και Ανθρώπινη προσέγγιση, τη Προστιθέμενη Αξία με τα θέλω και την προσωπικότητα των πελατών, επιτυγχάνοντας με ανταγωνιστικό κόστος την παροχή ολοκληρωμένων υπηρεσιών στους τομείς : 
1. Οικονομικοτεχνικές Mελέτες δημοσίων και ιδιωτικών έργων Αναπτυξιακών Νόμων, ΕΣΠΑ, Π.Ε.Π., Ερευνητικών,  Επιχορηγούμενων κοινοτικών προγραμμάτων
  2. Διαχείριση Επιχειρηματικών Κινδύνων, Αναδιάρθρωση πιστώσεων και πιστοδοτήσεων, ΠτΚ  και Εξωδικαστικού συμβιβασμού, Ηλ.Πλατφόρμας ΕΓΔΙΧ
3.  Υπηρεσίες στελεχών  Διαχειριστών Αφερεγγυότητας,   Εμπειρογνωμόνων ΕΓΔΙΧ  εκτελεστών και εκκαθαριστών (Μητρώα Υπ.Οικονομικών) 
         Σκοπός της Nonbank Financial Intermediary P C, είναι να διευκολύνει τις Μ.Μ. Επιχειρήσεις, στην άντληση ποιοτικών υπηρεσιών, μέσω προστασίας, εξυγίανσης και ανάπτυξής των, ώστε να ικανοποιούνται οι ανάγκες τους στις κύριες αγορές τους.
     Η παροχή Υπηρεσιών προστιθέμενης αξίας σε κάθε πελάτη, διασφαλίζεται απο τη συνεχή ανταλλαγή απόψεων των συνεργατών της εταιρείας -  εξειδικευμένους partners, οι οποίοι είναι σε θέση να παρέχουν, υπηρεσίες υψηλού επιπέδου, χωρίς φραγμούς. 
Απαρτίζεται από έμπειρους συνεργάτες στους τομείς  :
ΤΟΜΕΑΣ ΜΕΛΕΤΩΝ ΚΟΙΝΟΤΙΚΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΩΝ - ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ  
   Ολοκληρωμένη υποστήριξη Επιχ/σεων (σχεδιασμός, υποβολή, 
παρακολούθηση και υλοποίηση έργων)     
 
RISK MANANGEMENT  
        Διαχείριση Κινδύνων και μη Εξυπηρετούμενων δανείων, Διαμεσολαβήσεις, 
business plan, Αναδιαρθρώσεις και ρυθμίσεις οφειλών. 
      ΤΟΜΕΑΣ ΛΟΓΙΣΤΙΚΩΝ και ΛΟΙΠΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ 
Λογιστικές εργασίες Επιχ/σεων ΕΛΠ ΔΛΠ 
Ελεγκτικές εργασίες
Νομικές και Τεχνικές δραστηριότητες
      Email : nonbankfinancial@gmail.com & dkosmasnfi@gmail.com 
Tηλέφωνα επικοινωνίας 6942.494.505 & 6972.440.880
Γραφεία : Ν. Aττικής, Ν.Κορινθίας, Ν.Ιωαννίνων. 

Παρασκευή 22 Σεπτεμβρίου 2023

ΠΤΩΧΕΥΣΗ με τον νέο νόμο. Αλληλέγγυα ευθύνη ως προς μια σειρά προσώπων όπως οι εκτελεστικοί πρόεδροι, οι διευθυντές ή γενικοί διευθυντές, οι διαχειριστές, οι διευθύνοντες σύμβουλοι αλλά ακόμα και πρόσωπα που ασκούν εν τοις πράγμασι τη διαχείριση ή διοίκηση νομικού προσώπου

Με το ν. 4738/2020 (νέος πτωχευτικός κώδικας – στο εξής: νΠτΚ), συστήθηκε εκ νέου στο πτωχευτικό μας δίκαιο - αλλά με μεγαλύτερη, πια, ένταση - ο θεσμός της δεύτερης ευκαιρίας. Για τη δεύτερη ευκαιρία είχαμε γράψει στο Capital.gr το 2014 και το 2017. Τότε, όμως, σημειώναμε: "Απαλλάσσονται μόνο τα φυσικά πρόσωπα που είχαν ατομική επιχείρηση και όχι νομικά πρόσωπα ή τυχόν εκπρόσωποι νομικών προσώπων (Α.Ε., ΕΠΕ, ΙΚΕ κοκ.), με την επιφύλαξη της παρακάτω παραγράφου για τους εγγυητές μετόχους/εταίρους". Με το νΠτΚ η έννοια της δεύτερης ευκαιρίας αποκτά διάσταση περισσότερο ρεαλιστική και υπόσταση πιο κοντινή στην πραγματικότητα των συναλλαγών. Πράγματι, είναι κατ’ αποτέλεσμα ψευδεπίγραφος ο χαρακτηρισμός "δεύτερη ευκαιρία" εάν το φυσικό πρόσωπο το οποίο πολλές φορές θα χρησιμοποιεί ως όχημα κάποιο νομικό πρόσωπο – επιχειρηματική επιλογή που φυσικά δεν απαγορεύει ο νόμος - συνεχίζει να ευθύνεται για μεγάλο μέρος των οφειλών του "οχήματός" του˙ και παρά την όποια διαδικασία πτώχευσης ως προς αυτό. 2. Η αλλαγή παραδείγματος Η πολύ σημαντική αλλαγή παραδείγματος επήλθε με το άρθρο 195 του νΠτΚ. Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση του νόμου, στην απόφαση αυτή οδήγησε μεταξύ άλλων και η διαπίστωση ότι η προσωπική ευθύνη των εκπροσώπων νομικών προσώπων σε περίπτωση πτώχευσης των τελευταίων λειτουργεί ανασχετικά για την επιχειρηματικότητα, ενώ αποτρέπει και ικανούς διαχειριστές από την ανάληψη της διαχείρισης επιχειρήσεων που βρίσκονται σε δυσχερή οικονομική κατάσταση. Όλα αυτά, σε βάρος της ανάπτυξης της οικονομίας. Έτσι, υπό το καθεστώς του νΠτΚ, οφειλές του νομικού προσώπου οι οποίες βάσει ειδικών διατάξεων βαρύνουν παράλληλα και άλλα πρόσωπα ("αλληλεγγύως ευθυνόμενα πρόσωπα" κατά το νομικό όρο), ΔΙΑΓΡΑΦΟΝΤΑΙ Όπως διευκρινίζεται στην αιτιολογική έκθεση του νΠτΚ, "η διάταξη του άρθρου 195 ως ειδική υπερισχύει […] άλλων διατάξεων που προβλέπουν αλληλέγγυα ευθύνη των εκπροσώπων νομικών προσώπων". Χαρακτηριστικό παράδειγμα τέτοιας διάταξης (δηλ. διάταξης που ιδρύει "παράλληλη" ευθύνη) εντοπίζεται στο άρθρο 50 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013 – ΚΦΔ), με το οποίο ιδρύεται αλληλέγγυα ευθύνη για το φόρο εισοδήματος, τους παρακρατούμενους φόρους (π.χ. ΦΜΥ και φόροι κερδών από τυχερά παίγνια), κάθε επιρριπτόμενο φόρο (π.χ. φόρος διαμονής και ειδικός φόρος επί των διαφημίσεων στην τηλεόραση) αλλά και τον ΦΠΑ και τον ΕΝΦΙΑ (συμπεριλαμβανομένων τόκων, προστίμων και προσαυξήσεων).

Η (Αν)επάρκεια της Περιουσίας ως Λόγος Αποδοχής/Απόρριψης της Αίτησης Πτώχευσης και η Παροχή Δεύτερης Ευκαιρίας στους Οφειλέτες

Γιώργος Ζαούρης, Δικηγόρος Α. Πρόλογος Σε προηγούμενο άρθρο εξετάσαμε την πτώχευση μικρού αντικειμένου ως διαδικασία στο σύνολο της, δυνάμενη να δώσει λύση στο οικονομικό αδιέξοδο χιλιάδων οφειλετών (δες εδώ). Στο παρόν άρθρο θα επιχειρήσουμε να εξετάσουμε διεξοδικά πότε γίνεται δεκτή η αίτηση πτώχευσης λόγω επάρκειας της πτωχευτικής περιουσίας και πότε όχι, αλλά και πώς αυτό επιδρά στην απαλλαγή του οφειλέτη από τα χρέη του στο πλαίσιο της παροχής της δεύτερης ευκαιρίας. Β. Εισαγωγή Εισαγωγικά, καλό είναι να δούμε πάλι ποιες ορίζονται ως αιτήσεις πτώχευσης μικρού αντικειμένου. Ο νόμος αναφέρει ότι πτωχεύσεις μικρού αντικειμένου ορίζονται «αυτές οι οποίες ο οφειλέτης ικανοποιεί τα κριτήρια προσδιορισμού της πολύ μικρής οντότητας του άρθρου 2 του ν. 4308/2014 (Α’ 251)». Συγκεκριμένα, πρέπει να πληρούνται τουλάχιστον δύο από τις τρεις προϋποθέσεις υπαγωγής στην έννοια της «πολύ μικρής οντότητας», δηλαδή (αναλογικά για το φυσικό πρόσωπο): Α) Σύνολο ενεργητικού (περιουσιακών στοιχείων βάσει αξίας ΕΝΦΙΑ όπως προκύπτει από την τελευταία πράξη προσδιορισμού φόρου) που δεν υπερβαίνει τις 350.000 ευρώ. Β) Καθαρό ύψος κύκλου εργασιών μέχρι 700.000 ευρώ (στην περίπτωση των νομικών προσώπων, συγκεκριμένα και ειδικότερα, εάν το καθαρό ύψος του κύκλου εργασιών υπερβαίνει τα δύο εκατομμύρια (2.000.000) ευρώ δεν θεωρούνται πολύ μικρή οντότητα - το κριτήριο αυτό δεν αφορά φυσικά πρόσωπα χωρίς ατομική επιχείρηση). Γ) Μέσο όρο απασχολούμενων κατά τη διάρκεια της περιόδου έως 10 άτομα (Το κριτήριο αυτό δεν αφορά φυσικά πρόσωπα χωρίς ατομική επιχείρηση). Κατά μία αποκλίνουσα γνώμη, ωστόσο, στη νομολογία, αν δεν πληρούνται και τα τρία (3) ως άνω κριτήρια υπαγωγής στην έννοια της «πολύ μικρής οντότητας», τότε ο οφειλέτης – επιχείρηση ή το νομικό πρόσωπο δεν μπορεί να υπαχθεί στο πεδίο εφαρμογής των πτωχεύσεων μικρού αντικειμένου και η αίτηση του πρέπει να παραπεμφθεί στο Πολυμελές Πρωτοδικείο, ώστε να εκδικαστεί με την εκεί προβλεπόμενη, μη απλουστευμένη, διαδικασία (Ειρηνοδικείο Αθηνών 83/2022, που έκρινε ότι: «[…]ότι επί πτώχευσης επιχειρήσεων – νομικών προσώπων απαιτείται να συντρέχουν σωρευτικά όλες οι παραπάνω προϋποθέσεις (κριτήρια) που τάσσει η παρ. 2γ του ν. 4308/2014. Οπωσδήποτε δηλαδή ο καθαρός κύκλος εργασιών (του νομικού προσώπου) να μην υπερβαίνει το ποσό των 2.000.000 ευρώ, το ενεργητικό να μην υπερβαίνει το ποσό των 350.000 ευρώ και ο μέσος όρος των εργαζομένων να μην υπερβαίνει τον αριθμό 10»). Σε κάθε περίπτωση, όμως, και προς αποφυγή τυχόν παρανοήσεων, το μόνο που ενδιαφέρει έναν οφειλέτη – φυσικό πρόσωπο χωρίς επιχείρηση είναι, όπως είπαμε, η αξία της περιουσίας του να μην υπερβαίνει τα 350.000€. Πέρα από την πτωχευτική ικανότητα, την οποία έχουν πλέον όχι μόνο έμποροι, αλλά όλα τα φυσικά πρόσωπα βάσει νόμου, ο πιστωτής ή ο οφειλέτης που καταθέτει την αίτηση πτώχευσης στο αρμόδιο Ειρηνοδικείο χρειάζεται να αποδείξει ότι έχει επέλθει «παύση πληρωμών», δηλαδή ότι ο οφειλέτης αδυνατεί να εκπληρώσει τις ληξιπρόθεσμες χρηματικές του υποχρεώσεις κατά τρόπο γενικό και μόνιμο. Ο νόμος για λόγους αποδεικτικής ευχέρειας καθιερώνει τεκμήριο, σύμφωνα με το οποίο ο οφειλέτης βρίσκεται σε παύση πληρωμών όταν δεν καταβάλλει τις ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις του προς το Δημόσιο, τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης ή πιστωτικά ή χρηματοδοτικά ιδρύματα, σε ύψος τουλάχιστον 60% των συνολικών ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεών του για περίοδο τουλάχιστον έξι (6) μηνών, εφόσον η μη εξυπηρετούμενη υποχρέωσή του υπερβαίνει το ποσό των τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ. Η επιλεκτική εκπλήρωση ληξιπρόθεσμων χρηματικών υποχρεώσεων δεν αίρει, ωστόσο, την παύση πληρωμών, η οποία μπορεί να συνίσταται και στην αδυναμία εκπλήρωσης ακόμα και μίας σημαντικής ληξιπρόθεσμης χρηματικής οφειλής (ά. 176 ν. 4738/2020). Γ. Η (αν)επάρκεια της περιουσίας Εκτός από τα παραπάνω, κρίσιμο στοιχείο για την κήρυξη του οφειλέτη σε πτώχευση είναι η επάρκεια της περιουσίας ή του εισοδήματος του. Συγκεκριμένα, ο νόμος αναφέρει ότι «Πτώχευση κηρύσσεται εφόσον, με βάση τα οικονομικά στοιχεία που τίθενται υπόψη του δικαστηρίου, πιθανολογείται ότι η περιουσία ή το εισόδημα του οφειλέτη, επαρκούν για την κάλυψη των εξόδων της διαδικασίας. Άλλως, το δικαστήριο διατάσσει την καταχώριση του ονόματος ή της επωνυμίας, κατά περίπτωση, του οφειλέτη στο Ηλεκτρονικό Μητρώο Φερεγγυότητας του άρθρου 213» (ά. 77 ν. 4738/2020). Συνεπώς, δύο είναι οι πιθανές περιπτώσεις που θα συναντήσει κανείς. 1. Είτε θα κριθεί ότι ο οφειλέτης διαθέτει περιουσία ή εισόδημα που καλύπτει τα έξοδα της διαδικασίας, με συνέπεια να κηρυχθεί σε κατάσταση πτώχευσης και να διοριστεί σύνδικος (ά. 77 παρ. 4 «Πτώχευση κηρύσσεται εφόσον, με βάση τα οικονομικά στοιχεία που τίθενται υπόψη του δικαστηρίου, πιθανολογείται ότι η περιουσία ή το εισόδημα του οφειλέτη, επαρκούν για την κάλυψη των εξόδων της διαδικασίας»). 2. Είτε θα απορριφθεί η αίτηση του λόγω ανεπάρκειας της περιουσίας του και θα διαταχθεί η εγγραφή του ονόματος του στο Ηλεκτρονικό Μητρώο Φερεγγυότητας. Το ίδιο προκύπτει και από το άρθρο 178 του νόμου ειδικά για τις πτωχεύσεις μικρού αντικειμένου που ορίζει στην παράγραφο 1 ότι: «Εφόσον […] πιθανολογείται ότι τα μη βεβαρυμμένα στοιχεία της περιουσίας του οφειλέτη δεν επαρκούν για την κάλυψη των εξόδων της διαδικασίας και τα ετήσια εισοδήματα του οφειλέτη, πέραν των ευλόγων δαπανών διαβίωσης, δεν υπερβαίνουν τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης της παρ. 5 του άρθρου 92, δεν διορίζεται σύνδικος και ο εισηγητής διατάσσει την καταχώρηση του ονόματος ή της επωνυμίας του οφειλέτη στο Ηλεκτρονικό Μητρώο Φερεγγυότητας του άρθρου 213 και επέρχονται οι συνέπειες της καταχώρησης της παρ. 4 του άρθρου 77». Κρίσιμη είναι η διαφοροποίηση μεταξύ πτώχευσης και εγγραφής στο μητρώο καταρχήν ως προς το ζήτημα της απαλλαγής του οφειλέτη από τα χρέη του. Και τούτο, διότι σε περίπτωση που η πτωχευτική περιουσία περιλαμβάνει την κύρια κατοικία του οφειλέτη ή/και άλλα πάγια περιουσιακά του στοιχεία που υπερβαίνουν σε αξία το δέκα τοις εκατό (10%) των συνολικών του υποχρεώσεων και η ελάχιστη αξία τους δεν υπολείπεται των εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ (εξαιρουμένων όσων έχουν αποκτηθεί στην διάρκεια των δώδεκα (12) μηνών που προηγούνται της υποβολής της αίτησης πτώχευσης), ο οφειλέτης δύναται τότε να απαλλαγεί από τα χρέη του μέσα σε ένα (1) χρόνο από την κήρυξη της πτώχευσης. Ειδάλλως, ο χρόνος που χρειάζεται να μεσολαβήσει από την ημερομηνία της κήρυξης της πτώχευσης ή την εγγραφή στο μητρώο είναι τρία (3) χρόνια. Γίνεται αντιληπτό, δηλαδή, ότι μόνο εφόσον ο οφειλέτης κηρυχθεί σε πτώχευση και μόνο υπό τις προϋποθέσεις που αναφέραμε, μπορεί να απαλλαγεί σε ένα (1) και όχι σε τρία (3) χρόνια. Επιπλέον, εφόσον ο οφειλέτης κηρυχθεί σε πτώχευση θα διοριστεί σύνδικος, ο οποίος θα είναι επιφορτισμένος με το έργο της διαχείρισης της πτωχευτικής περιουσίας και ο οποίος θα αναλάβει την εκποίηση των επιμέρους στοιχείων της. Με την κήρυξη της πτώχευσης, αυτομάτως αναστέλλεται, παράλληλα, κάθε εκτελεστική διαδικασία σε βάρος της περιουσίας του οφειλέτη. Οι ενέγγυοι πιστωτές (οι δανειστές δηλαδή του οφειλέτη οι απαιτήσεις των οποίων είναι ασφαλισμένες με ενέχυρο ή υποθήκη ή προσημείωση υποθήκης ή με άλλο ειδικό προνόμιο επί συγκεκριμένου αντικειμένου της πτωχευτικής περιουσίας), ωστόσο, κατ’ εξαίρεση μπορούν εντός εννέα (9) μηνών από την κήρυξη της πτώχευσης να προχωρήσουν σε πράξεις εκτέλεσης κατά του οφειλέτη (επίδοση επιταγής προς πληρωμή, αναγκαστική κατάσχεση, εκπλειστηρίαση του κατασχεμένου κλπ). Αντίθετα, σε περίπτωση εγγραφής στο ηλεκτρονικό μητρώο φερεγγυότητας δεν διορίζεται σύνδικος και δεν αναστέλλονται οι ατομικές διώξεις των πιστωτών του οφειλέτη. Ουσιαστικά, λοιπόν, οι πιστωτές του οφειλέτη μέσα σε τρία (3) χρόνια από την εγγραφή στο μητρώο μπορούν να προχωρήσουν σε εκτέλεση ανεξαρτήτως του αν είναι ενέγγυοι ή όχι. Να σημειώσουμε, βέβαια, σε αυτό το σημείο ότι αν δεν διαπιστωθεί ότι ο οφειλέτης έχει περιέλθει σε κατάσταση παύσης πληρωμών, όπως αναλύσαμε ανωτέρω, τότε η αίτηση πτώχευσης θα απορριφθεί, χωρίς να επέλθουν οι συνέπειες καταχώρισης στο Μητρώο και η ενδεχόμενη απαλλαγή του οφειλέτη από τα χρέη του σε τρία (3) έτη από την καταχώριση του ονόματος του σε αυτό. Βλέπουμε, λοιπόν, ότι η (αν)επάρκεια της πτωχευτικής περιουσίας περιουσίας κρίνεται όχι σε σχέση με τη δυνατότητα ικανοποίησης των πιστωτών αλλά με βάση τη δυνατότητα κάλυψης των εξόδων της διαδικασίας! Αυτά απαριθμούνται στο άρθρο 167 του ως άνω νόμου και αφορούν τα ποσά που απαιτούνται για την ικανοποίηση των δικαστικών εξόδων, των εξόδων διοίκησης της πτωχευτικής περιουσίας και των ομαδικών πιστωμάτων. Κρίσιμο, λοιπόν, είναι να δούμε τι θεωρείται ως πτωχευτική περιουσία και, συγκεκριμένα, ως ευχερώς και επαρκώς ρευστοποιήσιμη περιουσία. Δ. Τι περιλαμβάνει η πτωχευτική περιουσία Η πτωχευτική περιουσία περιλαμβάνει το σύνολο των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη, οπουδήποτε και αν βρίσκονται, κατά τη στιγμή της κήρυξης του σε πτώχευση που ταυτίζεται χρονικά με τη δημοσίευση της απόφαση του δικαστηρίου. Οτιδήποτε άλλο αποκτήσει ο οφειλέτης μετά από αυτό το χρονικό σημείο δεν εντάσσεται στην πτωχευτική περιουσία. Σε περίπτωση εγγραφής στο Ηλεκτρονικό Μητρώο Φερεγγυότητας αυτονόητο είναι ότι δεν υφίσταται πτωχευτική περιουσία και οι δανειστές του οφειλέτη μπορούν ανά πάσα στιγμή να κατασχέσουν και να επισπεύσουν πλειστηριασμό για τα περιουσιακά του στοιχεία (βάσει του ά. 178 παρ. 2 του ν. 4738/2020). Στην πτωχευτική περιουσία δεν εντάσσονται ακόμη τα ακατάσχετα βάσει του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (ενδεικτικά: τα πράγματα που είναι απολύτως απαραίτητα για τις στοιχειώδεις ανάγκες διαβίωσης του οφειλέτη και της οικογένειάς του, τα πράγματα που είναι απαραίτητα για την εργασία του, οι απαιτήσεις διατροφής, μισθών, συντάξεων κλπ.), όπως και βάσει άλλων διατάξεων (π.χ. η εταιρική μερίδα στις προσωπικές εταιρείες είναι ακατάσχετη). Μέρος του εισοδήματος του οφειλέτη μπορεί, όμως, να ενταχθεί στην πτωχευτική περιουσία υπό τις προϋποθέσεις που αναφέρονται αμέσως πιο κάτω. Ε. «Ευχερώς» και «επαρκώς» ρευστοποιήσιμη περιουσία Ο νόμος ορίζει ότι πρέπει τα «μη βεβαρυμμένα» στοιχεία της (πτωχευτικής πάντα) περιουσίας του οφειλέτη να επαρκούν για την κάλυψη των εξόδων της πτωχευτικής διαδικασίας. Βάρη θεωρούνται η προσημείωση υποθήκης και η υποθήκη για τα ακίνητα και το ενέχυρο για τα κινητά. Συνεπώς, εφόσον ο οφειλέτης διαθέτει μόνο βεβαρυμμένα περιουσιακά στοιχεία, π.χ. μόνο ακίνητα βεβαρυμμένα με (προσημείωση) υποθήκης, τότε δεν μπορούμε να κάνουμε λόγο για ευχερώς ρευστοποιήσιμη με περιουσία, με συνέπεια να απορριφθεί η αίτηση και να διαταχθεί η καταχώριση στο Ηλεκτρονικό Μητρώο Φερεγγυότητας. Τα περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη πρέπει να είναι «ευχερώς» ρευστοποιήσιμα, να δύνανται, δηλαδή, να προκαλέσουν το αγοραστικό ενδιαφέρον. Όπως έχει, εξάλλου, κριθεί «σημασία έχει το ρευστοποιήσιμο των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη άμεσα και χωρίς μακροχρόνιες διαδικασίες ή άδειες. Τα διαθέσιμα περιουσιακά στοιχεία πρέπει να έχουν άμεσα επιτυγχανόμενη αξία εκκαθάρισης με βάση όχι την ονομαστική, αλλά την αξία που θα μπορούσαν να πετύχουν στην αγορά για την εξυπηρέτηση του σκοπού της πτώχευσης» (ΕφΑθ 1182/2019). Σε περίπτωση που ο οφειλέτης διαθέτει μόνο ένα μη βεβαρυμμένο περιουσιακό στοιχείο, το οποίο είναι μικρής συγκριτικά αξίας, τότε ανακύπτει το ζήτημα αν είναι «επαρκώς» ρευστοποιήσιμο. Έχει κριθεί πως «επαρκής περιουσία […] νοείται εκείνη, η οποία μπορεί να ρευστοποιηθεί άμεσα, δηλαδή σε εύλογο χρόνο από τη συζήτηση της υπόθεσης, αναλόγως του είδους του περιουσιακού στοιχείου και των συνθηκών της αγοράς και είναι ικανή να καλύψει τα έξοδα της πτωχευτικής διαδικασίας (ΑΠ 73/2014)». Ο νόμος ορίζει όπως είδαμε ότι η μη βεβαρυμμένη περιουσία του οφειλέτη χρειάζεται να πιθανολογείται ότι καλύπτει τα έξοδα της πτωχευτικής διαδικασίας χωρίς να γίνεται, ωστόσο, λόγος για κάποιο συγκεκριμένο ποσό, καθώς «τόσο η εμπορική αξία του ρευστοποιήσιμου περιουσιακού στοιχείου όσο και το ύψος των εξόδων της πτωχευτικής διαδικασίας προσδιορίζονται από το δικαστήριο κατά την δυνατότερη προσέγγιση». Περιπτωσιολογικά και με βάση τη νομολογία μόνο μπορούμε, λοιπόν, να διακρίνουμε τα εξής: - Για το εάν ένα Ι.Χ. μπορεί να αποτελέσει «ευχερώς» και «επαρκώς» ρευστοποιήσιμη περιουσία. Δεδομένου ότι οι περισσότεροι οφειλέτες είχαν λάβει στο παρελθόν κάποιο δάνειο, με συνέπεια η ακίνητη περιουσία τους να είναι βεβαρυμμένη, συχνά ανακύπτει το ζήτημα αν η επικείμενη εκποίηση του αυτοκινήτου τους αρκεί για να πιθανολογήσει το δικαστήριο ότι καλύπτονται τα έξοδα της διαδικασίας και να κηρύξει πτώχευση. Η νομολογία εστιάζει στην παλαιότητα, την τιμή και το αγοραστικό ενδιαφέρον που θα προσελκύσει ένα αυτοκίνητο για να κρίνει. Ενώ προσφάτως κρίθηκε πως Ι.Χ. με έτος πρώτης κυκλοφορίας το 2004 και εκτιμώμενης αξίας 2.500€ είναι ευχερώς ρευστοποιήσιμο (ΕιρΧαλκ 571/2022), σε παλαιότερη απόφαση (ΜΠρΧαν 346/2012) αυτοκίνητο με έτος πρώτης κυκλοφορίας το 2001 και εκτιμώμενης αξίας τότε 3.000€ δεν κρίθηκε πρόσφορο προς εκποίηση, γιατί θεωρήθηκε πως λόγω της παλαιότητας του και της οικονομικής κρίσης, δεν θα προσελκύσει το αγοραστικό ενδιαφέρον. Αντίθετα, αυτοκίνητο με εκτιμώμενη αξία 5.000€ και έτος πρώτης κυκλοφορίας το 2005 (παλαιότητας 7 τότε ετών) κρίθηκε πως μπορεί να ρευστοποιηθεί, ενώ σε άλλη απόφαση (ΕιρΧαν 309/2011) αυτοκίνητο ίδιας αξίας και παλαιότητας (με έτος πρώτης κυκλοφορίας το 2004) δεν κρίθηκε πρόσφορο για εκποίηση. Είναι εμφανές ότι δεν μπορεί κανείς να εισάγει ένα ασφαλές κριτήριο για το πότε ένα Ι.Χ. πιθανολογείται ότι καλύπτει τα έξοδα της διαδικασίας. Μπορεί να συναχθεί, όμως, σαν γενικότερη παρατήρηση ότι ευχερώς ρευστοποιήσιμα κρίνοντα τα Ι.Χ. μεσαίου κυβισμού και μέσου κυβισμού, ενώ, εφόσον πρόκειται για Ι.Χ. έγγαμου με τέκνα οφειλέτη που εξυπηρετεί βασικές οικογενειακές ανάγκες, η ρευστοποίηση του κρίνεται απρόσφορη (ΕιρΘεσ 5106/2011). - Για το εάν ένα αγροτεμάχιο και ποσοστό συγκυριότητας σε ακίνητο μπορεί να αποτελέσει «ευχερώς» και «επαρκώς» ρευστοποιήσιμη περιουσία. Είναι αυτονόητο πως μέσα από την εκποίηση ενός ακινήτου του οποίου ο οφειλέτης έχει την πλήρη κυριότητα μπορεί να καλυφθεί το κόστος της διαδικασίας, αλλά και να ικανοποιηθούν απαιτήσεις δανειστών. Το ερώτημα που ανακύπτει αν συμβαίνει το ίδιο με αγροτεμάχια εκτός σχεδίου πόλεως, αλλά και ακίνητα των οποίων ο οφειλέτης είναι συγκύριος. Έχει κριθεί σε παλαιότερες αποφάσεις ότι αγροτεμάχια μικρής αξίας, όπως για παράδειγμα αγροτεμάχιο-βοσκότοπος αξίας 1.000 (ΕιρΑθ 44/2011), αγρός έκτασης 6.875 τ.μ. αξίας 1.000€ (ΕιρΙωαν 2/2011), «αγροτεμάχια με πετρώδες και άγονο έδαφος εντός των οποίων φύονται ελάχιστα ελαιόδεντρα χωρίς απόδοση, η συνολική αξία των οποίων δεν υπερβαίνει τα 3.500€» (ΕιρΕπιδαύρου 2/2011) δεν αποτελούν πρόσφορα και επαρκή προς ρευστοποίηση περιουσιακά στοιχεία. Αντίστοιχα, για ακίνητα στα οποία η κυριότητα ανήκει στον οφειλέτη εξ αδιαιρέτου κατά συγκεκριμένο ποσοστό επ’ αυτού, έχει κριθεί στις πλείστες των περιπτώσεων πως δεν αποτελούν ευχερώς ρευστοποιήσιμη περιουσία. Ενδεικτικά, έχει κριθεί ότι δεν είναι πρόσφορο προς εκποίηση δικαίωμα συγκυριότητας 50% σε αγρό 1.000 τ.μ. και αντικειμενικής αξίας 5.000€ (ΕιρΑλεξ 145/2011), όπως και οικόπεδο με εμβαδόν 147,60 τ.μ. και με οικία 30 τ.μ. και αξίας 13.700€ επί του οποίου ο οφειλέτης είχε ποσοστό εξ αδιαιρέτου 46,857% λόγω μη προσδοκίας απολήψεως ανάλογου ανταλλάγματος (ΕιρΑθ 106/2011). Τέλος, δεν κρίθηκε πρόσφορο προς εκποίηση ακίνητο που βρίσκεται σε δασική έκταση και δε μπορεί να προκαλέσει αγοραστικό ενδιαφέρον (ΕιρΑθ 123/2011). ΣΤ. Το εισόδημα Στην πτωχευτική περιουσία, βάσει του νόμου, εντάσσεται μόνο ετήσιο εισόδημα του οφειλέτη, κατά το μέρος που υπερβαίνει το ποσό των ετήσιων εύλογων δαπανών διαβίωσης του ίδιου και των μελών της οικογενείας του ή το δωδεκαπλάσιο του ακατάσχετου (δηλαδή τα 15.000€, δεδομένου ότι το ακατάσχετο μηνιαίως ανέρχεται στα 1.250€ βάσει α. 31 παρ. 2 ΚΕΔΕ), εξετάζοντας και λαμβάνοντας υπόψη το υψηλότερο εκ των δύο. Οι εύλογες δαπάνες διαβίωσης προσδιορίζονται από στοιχεία που παρέχει η ΕΛΣΤΑΤ και διαμορφώνονται βάσει του αριθμού των μελών της οικογένειας του οφειλέτη. Αν οι προβλεπόμενες από την ΕΛΣΤΑΤ εύλογες δαπάνες διαβίωσης δεν ξεπερνάνε ετησίως τα 15.000€, τότε, όπως είπαμε, αυτομάτως λαμβάνουμε υπόψη το δωδεκαπλάσιο του ακατασχέτου (δηλαδή τα 15.000€). Έπειτα, συγκρίνουμε το ετήσιο εισόδημα του οφειλέτη με το δωδεκαπλάσιο του ακατασχέτου (ή με τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης αν το υπερβαίνουν). Εφόσον το εισόδημα είναι υψηλότερο, το ποσό της διαφοράς εντάσσεται στην πτωχευτική περιουσία. Το ζήτημα περιπλέκεται στην περίπτωση που ο οφειλέτης είναι παντρεμένος και ο/η σύζυγος του έχει επίσης εισόδημα. Στην περίπτωση αυτή, για να βρούμε τη συνεισφορά του καθενός στις οικογενειακές δαπάνες αθροίζουμε, καταρχάς, τα μηνιαία εισοδήματα των δύο συζύγων και εξετάζουμε τον λόγο του εισοδήματος καθενός με το άθροισμα και των δύο (π.χ. αν ο οφειλέτης έχει μηναίο εισόδημα 1.500€ και ο/η σύζυγος έχει μηναίο εισόδημα 1.000€ τότε ο οφειλέτης συμμετέχει στο 60% [αφού το 1.500 είναι το 60% του 2.500 (εφόσον 1.500 + 1.000 = 2.500)] και ο/η σύζυγος στο 40% του οικογενειακού εισοδήματος. Με βάση αυτό το ποσοστό, στη συνέχεια, εξετάζουμε τη συμμετοχή στις οικογενειακές δαπάνες. Αν, λοιπόν, με βάση το προηγούμενο παράδειγμα οι εύλογες δαπάνες διαβίωσης της οικογένειας ανέρχονται μηνιαίως σε 1.500€, τότε ο οφειλέτης πρέπει να συνεισφέρει το 60%, όπως είδαμε κατ’ αναλογία με το εισόδημα του, δηλαδή η συμμετοχή του ανέρχεται σε 900€ μηνιαίως (1.500 Χ 60% = 900). Συνεπώς, το ποσό των 600€ (1.500 – 900) μηνιαίως, ως η διαφορά της συμμετοχής του οφειλέτη στις οικογενειακές δαπάνες από το συνολικό ποσό των οικογενειακών δαπανών, θα ενταχθεί στην πτωχευτική περιουσία, εφόσον το δικαστήριο κρίνει ότι επαρκεί για την κάλυψη των εξόδων της διαδικασίας. Ξανά, δεν υπάρχουν στεγανά και σταθερές παράμετροι όσον αφορά το ποσό του εισοδήματος που θα οδηγήσει στην αποδοχή της αίτησης πτώχευσης, αλλά η κρίση εναπόκειται αποκλειστικά στο εκάστοτε δικαστήριο. Για παράδειγμα, ποσό ύψους 254,5€ ως το υπερβάλλον του εισοδήματος του οφειλέτη από το ποσό της συμμετοχής του στις οικογενειακές δαπάνες, με βάση την ως άνω μέθοδο υπολογισμού, κρίθηκε, σε πρόσφατη υπόθεση που χειριστήκαμε, ότι δεν μπορεί να καλύψει τα έξοδα της πτωχευτικής διαδικασίας, με συνέπεια να διαταχθεί η εγγραφή στο Ηλεκτρονικό Μητρώο Φερεγγυότητας. Ζ. Επίλογος Καταληκτικά, ο οφειλέτης προτού υποβάλλει αίτηση πτώχευσης είναι σημαντικό να γνωρίζει πώς η περιουσιακή του κατάσταση μπορεί να επηρεάσει την έκβαση της υπόθεσής του. Και αυτό, διότι, όπως είδαμε, από τα όσα ορίζει ο νόμος σε συνδυασμό με την έλλειψη ειδικότερων προβλέψεων, ο δικαστής έχει την ευχέρεια να κρίνει διαφορετικά, με βάση τα εκάστοτε δεδομένα της κάθε περίπτωσης.

Παρασκευή 15 Σεπτεμβρίου 2023

ΑΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ - ΟΡΙΑ

Σεπτέμβριος 2023 Στελλίνα Μανδάλου, ΜΔΕ Περίληψη: Ιδιαιτέρως συνηθισμένη πρακτική της φορολογικής διοίκησης, σε περίπτωση θανάτου ενός φορολογουμένου, ο οποίος διατηρούσε χρέη προς το Δημόσιο, αποτελεί η αποστολή σε συγγενείς του που φαίνεται να μην έχουν αποποιηθεί εμπρόθεσμα την κληρονομία του, μίας ειδοποίησης για την εξόφληση από τους ίδιους των εν λόγω οφειλών του, της λεγόμενης «ατομικής ειδοποίησης καταβολής – υπερημερίας», εξαιτίας εσφαλμένης θεώρησής τους ως κληρονόμους του. Ωστόσο, στην πράξη είναι δυνατόν τα εν λόγω πρόσωπα να μην έχουν αποποιηθεί την κληρονομία, όχι επειδή την αποδέχονται σιωπηρά, αλλά είτε επειδή δεν είχαν λάβει γνώση για τον θάνατο του κληρονομουμένου και γενικά της κλήσης τους στην κληρονομία είτε επειδή δεν είχαν ενημερωθεί για τις σχετικές νομικές διατάξεις του Αστικού μας Κώδικα (π. χ. για την ύπαρξη προθεσμίας αποποίησης και τη σημασία της άπρακτης παρέλευσής της). Στο παρόν άρθρο, λοιπόν, εξετάζονται τα μέσα άμυνας του αποδέκτη του εν λόγω εγγράφου, με στόχο την προστασία της περιουσίας του από την αναγκαστική εκτέλεση που δύναται να επισπεύσει σε βάρος του το Δημόσιο προς ικανοποίηση των εν λόγω απαιτήσεων. 1. Εισαγωγή Όπως προκύπτει από το άρθρο 1710 του Αστικού μας Κώδικα (στο εξής Α.Κ.), η περιέλευση της περιουσίας του κληρονομουμένου στους διαδόχους του περιλαμβάνει το σύνολο των (κληρονομητών) έννομων σχέσεών του και, επομένως, τόσο το ενεργητικό, όσο και το παθητικό της περιουσίας του. Με άλλα λόγια, δεν κληρονομούνται μόνο τα περιουσιακά στοιχεία του θανόντος, αλλά και τα χρέη και οι υποχρεώσεις του (ΑΚ 1901). Η προθεσμία για την αποποίηση της κληρονομίας είναι καταρχήν τεσσάρων (4) μηνών από τότε που ο κληρονόμος έλαβε γνώση για την επαγωγή, δηλαδή τον θάνατο του κληρονομουμένου, και τον λόγο της (ΑΚ 1847), δηλαδή την εξ αδιαθέτου ή την εκ διαθήκης διαδοχή (ή και τον συνδυασμό αυτών). Σε περίπτωση άπρακτης παρέλευσης της εν λόγω προθεσμίας, η κληρονομία θεωρείται ότι έχει γίνει αποδεκτή από τον κληρονόμο (ΑΚ 1850 εδ. β’ – η λεγόμενη «πλασματική» αποδοχή της κληρονομίας). Δεδομένων, λοιπόν, των ανωτέρω προβλέψεων του Κληρονομικού μας Δικαίου, στην πράξη απαντάται συχνότατα το φαινόμενο να αποστέλλονται από το Δημόσιο ειδοποιήσεις σε συγγενείς του θανόντος για την εξόφληση των οφειλών του, οι οποίοι, ωστόσο, δεν είχαν λάβει γνώση της κλήσης τους στην κληρονομία ή δεν είχαν ενημερωθεί για τις ανωτέρω νομικές διατάξεις, ώστε να αποποιηθούν αυτήν εγκαίρως. Οι συγκεκριμένες ειδοποιήσεις φέρουν τον τίτλο «Ατομική Ειδοποίηση Καταβολής – Υπερημερίας», αποστέλλονται από τη Δ.Ο.Υ., στην οποία ανήκε ο θανών και καλούν τον αποδέκτη τους εντός 30 ημερών από την παραλαβή τους είτε να εξοφλήσει τις αναγραφόμενες οφειλές (οι οποίες παρατίθενται σε πίνακα) είτε να ρυθμίσει αυτές, διαφορετικά η φορολογική διοίκηση μπορεί να προχωρήσει στη λήψη αναγκαστικών μέτρων για την είσπραξή τους (λ. χ. κατάσχεση). Με το παρόν άρθρο επιχειρείται, επομένως, μία σταχυολόγηση των δυνατοτήτων άμυνας του αποδέκτη της εν λόγω ατομικής ειδοποίησης, με στόχο την προστασία της περιουσίας του έναντι της αναγκαστικής εκτέλεσης εκ μέρους του Δημοσίου. Προβλεπόμενο ένδικο βοήθημα για την ακύρωση της ατομικής ειδοποίησης (όταν αφορά σε οφειλές που προέρχονται από διαφορές διοικητικής φύσης, όπως π. χ. φόρους, διοικητικά πρόστιμα κτλ) είναι αυτό της ανακοπής (κατ’ άρθρο 217 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, στο εξής ΚΔΔ), οι πιθανοί λόγοι της οποίας αναλύονται ακολούθως. 2. Η εμπρόθεσμη αποποίηση της κληρονομίας λόγω άγνοιας για την επαγωγή και τον λόγο της Όπως προαναφέρθηκε, η προθεσμία για την αποποίηση της κληρονομίας ξεκινά από τότε που ο κληρονόμος έμαθε την επαγωγή και τον λόγο της. Γνώση της επαγωγής αποτελεί η από τον κληρονόμο γνώση του κινήσαντος αυτή αιτίου, δηλαδή του θανάτου του κληρονομούμενου, ενώ γνώση του λόγου της επαγωγής συνιστά η γνώση της κλήσης του στην κληρονομία από διαθήκη ή από το νόμο (εξ αδιαθέτου – στην περίπτωση που δεν υπάρχει διαθήκη ή στην περίπτωση που με τη διαθήκη δεν καταλείπεται το σύνολο της περιουσίας του κληρονομούμενου). Έτσι, σε περίπτωση που ο κληρονόμος βρίσκεται σε άγνοια για έστω και ένα από τα παραπάνω γεγονότα, η προθεσμία για την αποποίηση της κληρονομίας δεν αρχίζει. Στην πράξη, λοιπόν, η γνώση του κληρονόμου είναι πλέον βέβαιο ότι θα υπάρχει με την επίδοση στον ίδιο της ατομικής ειδοποίησης καταβολής – υπερημερίας της αρμόδιας Δ.Ο.Υ., δεδομένου ότι με την τελευταία καλείται να εξοφλήσει τα χρέη του θανόντος. Συνεπώς, με την παραλαβή της ατομικής ειδοποίησης ο αποδέκτης της θα πρέπει να κινηθεί άμεσα, καθότι η τελευταία σηματοδοτεί την εκκίνηση δύο προθεσμιών: αφενός μεν της – καταρχήν – τετράμηνης προθεσμίας για την υποβολή δήλωσης αποποίησης της κληρονομίας (ΑΚ 1847) και αφετέρου της τριακονθήμερης προθεσμίας για την άσκηση της ανακοπής προς ακύρωση της ατομικής ειδοποίησης ενώπιον των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων (220 ΚΔΔ και με την επιφύλαξη του άρθρου 5 παρ. 5 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, στο εξής ΚΦΔ). Με την ανακοπή του ο ανακόπτων μπορεί να επικαλεστεί την εμπρόθεσμη δήλωσή του για την αποποίηση της κληρονομίας (με χρονικό σημείο έναρξης της σχετικής προθεσμίας, την ημερομηνία επίδοσης της ατομικής ειδοποίησης λόγω προγενέστερης άγνοιάς του για την επαγωγή και τον λόγο της), και, συνεπώς, τη μη ευθύνη του για τα χρέη της κληρονομίας, αφού ουδέποτε κατέστη κληρονόμος. Επομένως, πριν την άσκηση της ανακοπής, ο κληρονόμος θα πρέπει να σπεύσει να προβεί σε δήλωση αποποίησης της κληρονομίας στο αρμόδιο ειρηνοδικείο (κατ’ άρθρ. 1847 ΑΚ σε συνδ. με άρθρ. 810 ΚΠολΔ), ώστε να δύναται να προβάλει τον συζητούμενο λόγο ανακοπής. Για παράδειγμα, σε περίπτωση που η ατομική ειδοποίηση επιδοθεί στις 05.09.2023, ο αποδέκτης της θα πρέπει να την προσβάλει με την ανακοπή του σε προθεσμία 30 ημερών, δηλαδή μέχρι τις 05.10.2023. Από την ίδια ως άνω ημερομηνία (05.09.2023) ξεκινά παράλληλα και η -καταρχήν- τετράμηνη προθεσμία αποποίησης της κληρονομίας, δηλαδή μέχρι τις 05.01.2024. Ωστόσο, ο αποδέκτης της ατομικής ειδοποίησης δεν θα πρέπει να εξαντλήσει τη δεύτερη αυτή προθεσμία, αντιθέτως, θα πρέπει να αποποιηθεί την κληρονομία πριν την άσκηση της ανακοπής του, ώστε να μπορεί στη συνέχεια να αμφισβητήσει την οφειλή, με το επιχείρημα ότι δεν είναι κληρονόμος και άρα δεν ευθύνεται για τα χρέη της κληρονομίας. Κατά τη σχετική νομολογία των διοικητικών δικαστηρίων, στοιχεία που ενδεικνύουν την άγνοια του ανακόπτοντος αναφορικά με την επαγωγή και τον λόγο της (και, συνακόλουθα, οδηγούν το Δικαστήριο στην κρίση του περί εμπροθέσμου της αποποίησης κληρονομίας και, επομένως, της μη ευθύνης του για τα χρέη της κληρονομίας) αποτελούν, ενδεικτικά, τα κάτωθι: α) η μακρινή απόσταση κατοικίας μεταξύ ανακόπτοντος και κληρονομουμένου (βλ. ΔΕφΠειρ 1075/2022, ΔΕφΠειρ 2251/2022, ΔΕφΠειρ 946/2022), ενώ, αντιθέτως, η εγγύτητα των περιοχών που διέμεναν ο κληρονομούμενος και ο ανακόπτων δεν επαρκεί για τη στοιχειοθέτηση θετικής γνώσης της επαγωγής και του λόγου της από τον τελευταίο (βλ. ΔΕφΘεσσ 1915/2020, κτλ.). β) το γεγονός ότι από τα στοιχεία της δικογραφίας δεν προκύπτει οποιαδήποτε ανάμιξη του ανακόπτοντος στην κληρονομία (βλ. ΔΕφΠειρ 1075/2022, ΔΕφΠειρ 2251/2022, ΔΕφΠειρ 946/2022, ΔΕφΘεσσ 1915/2020, κτλ.), όπως είναι λ.χ. η δήλωση φόρου κληρονομίας, η ανάμιξη στη λειτουργία εταιρείας, η υποβολή αίτησης για την έκδοση κληρονομητηρίου, η πώληση στοιχείου της κληρονομίας, κ. ά.. γ) το γεγονός ότι το Δημόσιο δεν μπόρεσε να αποδείξει τη θετική γνώση της επαγωγής από τον ανακόπτοντα σε οποιοδήποτε χρονικό σημείο πριν την επίδοση της ατομικής ειδοποίησης (βλ. ΔΠρΘεσσ 367/2021, ΔΠρΡοδ 678/2020, ΔΕφΠειρ 1284/2020, ΔΕφΠειρ 1238/2019, ΔΠρΠειρ 3258/2016, κτλ.). δ) η μη διατήρηση επαφών του ανακόπτοντος με τον κληρονομούμενο, όπως προκύπτει από εμμάρτυρη απόδειξη (δηλαδή μάρτυρες, ένορκες βεβαιώσεις - βλ. ΔΕφΠειρ 1075/2022, ΔΕφΠειρ 1284/2020, ΔΕφΠειρ 1238/2019, κτλ). ε) το ιδιαιτέρως υψηλό ποσό που κλήθηκε να καταβάλει ο ανακόπτων σε συνδυασμό με την έλλειψη εισοδημάτων του και τα πολύ σοβαρά προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζε, ώστε σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας, αν γνώριζε το γεγονός του θανάτου του κληρονομουμένου, θα μεριμνούσε άμεσα για την υποβολή δήλωσης αποποίησης κληρονομίας του, προκειμένου να υπερασπιστεί τα συμφέροντά του (βλ. ΔΠρΠειρ 3258/2016, κτλ.). Άλλωστε, όπως γίνεται παγίως δεκτό νομολογιακά: «[…] Μόνη η συγγενική τους σχέση (σ. σ. των κληρονόμων) με τον αποβιώσαντα και με την οικογένεια αυτού, δεν αποδεικνύει άνευ ετέρου, την άμεση ενημέρωσή τους ως προς τη συνδρομή των νομικών και πραγματικών προϋποθέσεων της επαγωγής της κληρονομίας […]» (βλ. ΔΕφΠειρ 946/2022, ΔΕφΠειρ 1041/2022, ΔΕφΘεσσ 1915/2020, κτλ). 3. Ακύρωση της πλασματικής αποδοχής της κληρονομίας λόγω ουσιώδους πλάνης Σε κάθε περίπτωση, ακόμα και αν κριθεί ότι έχει λάβει χώρα πλασματική αποδοχή της κληρονομίας, η τελευταία μπορεί να προσβληθεί από τον κληρονόμο εξαιτίας πλάνης, η οποία θα πρέπει να αφορά σε σημείο τόσο σπουδαίο για την αποδοχή της κληρονομίας, ώστε αν ο κληρονόμος γνώριζε την αληθινή κατάσταση ως προς το σημείο αυτό, δε θα άφηνε να παρέλθει άπρακτη η προθεσμία αποποίησης. Η εν λόγω πλάνη γίνεται δεκτό από τα διοικητικά δικαστήρια ότι μπορεί να οφείλεται και σε άγνοια ή εσφαλμένη γνώση των προαναφερόμενων νομικών διατάξεων για την αποδοχή της κληρονομίας και, ειδικότερα: α) του συστήματος κτήσης της κληρονομίας κατά τον Αστικό Κώδικα, που επέρχεται αμέσως μετά το θάνατο του κληρονομούμενου και β) της ύπαρξης της προθεσμίας του άρθρου 1847 ΑΚ προς αποποίηση ή της κατά το άρθρο 1850 ΑΚ νομικής σημασίας της παρόδου άπρακτης της προθεσμίας αυτής. Σημειωτέον, ότι, όπως γίνεται δεκτό από τη σχετική νομολογία, ο ανακόπτων δεν απαιτείται να ασκήσει ξεχωριστά αγωγή ενώπιον των πολιτικών δικαστηρίων για την ακύρωση της πλασματικής αποδοχής της κληρονομίας λόγω πλάνης, αλλά το συγκεκριμένο ζήτημα μπορεί να εξεταστεί παρεμπιπτόντως από τα διοικητικά δικαστήρια υπό τη μορφή ένστασης κατά του δανειστή της κληρονομιάς και, κατ’ επέκταση, και με ανακοπή κατά της αναγκαστικής εκτέλεσης που επισπεύδεται απ’ αυτόν (και εν προκειμένω από το Δημόσιο) σε βάρος του κληρονόμου. Όπως κρίθηκε, λοιπόν, δυνάμει της υπ’ αριθ. 3101/2010 απόφασης του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών: «[…] Το γεγονός όμως ότι η εφεσίβλητη δεν γνώριζε ή γνώριζε ανακριβώς τις περί αποδοχής και αποποιήσεως κληρονομίας νομικές διατάξεις, πράγμα που συνάγεται τόσο από τον σχετικά προβαλλόμενο με την ανακοπή ισχυρισμό της, όσο και από το γεγονός ότι αυτή δεν είχε πράξει τίποτα σχετικά με την κληρονομία του συζύγου της (δεν είχε αποδεχθεί και δεν είχε αποποιηθεί αυτήν), συνιστά ουσιώδη πλάνη, η οποία καθιστά ακυρώσιμη την αποδοχή της κληρονομίας, τη συναγόμενη από την παραμέληση της προθεσμίας αποποίησης, αφού αυτή αγνοούσε τη νομική σημασία της άπρακτης παρόδου της προθεσμίας αυτής. Με αυτά τα δεδομένα σε συνδυασμό και με τα αναφερόμενα στη μείζονα σκέψη, το Δικαστήριο κρίνει, ότι η υποβληθείσα στις 18.5.2007 δήλωση αποποίησης είναι νόμιμη, με συνέπεια η εφεσίβλητη, η οποία ουδέποτε κατέστη κληρονόμος του θανόντος συζύγου της, να μην ευθύνεται με την προσωπική της περιουσία για τα χρέη της κληρονομίας […]». 4. Πλημμέλειες ως προς το περιεχόμενο της ατομικής ειδοποίησης Η ακύρωση της ατομικής ειδοποίησης είναι δυνατόν να επιτευχθεί και μέσω επίκλησης τυπικών πλημμελειών αυτής. Βέβαια, για την ευδοκίμηση του σχετικού λόγου ανακοπής, θα πρέπει να θεμελιωθεί επαρκώς ότι η προβαλλόμενη πλημμέλεια της ατομικής ειδοποίησης προκάλεσε στον αποδέκτη της δικονομική βλάβη, η οποία δεν μπορεί να θεραπευθεί με άλλον τρόπο παρά μόνο με την ακύρωση της ατομικής ειδοποίησης (για παράδειγμα, για τον λόγο ότι εξαιτίας της προκαλούμενης αοριστίας ο ανακόπτων δεν ήταν σε θέση να ελέγξει την ορθότητα της οφειλής που του καταλογίζεται). Καταρχάς, επισημαίνεται ότι κάθε ατομική ειδοποίηση θα πρέπει να περιλαμβάνει τα στοιχεία που αναγράφονται στο άρθρο 47 ΚΦΔ. Παράλειψη κάποιου από τα εν λόγω στοιχεία, καθιστά την τελευταία ακυρωτέα, υπό την προαναφερθείσα προϋπόθεση της συνδρομής δικονομικής βλάβης στο πρόσωπο του ανακόπτοντος. Ειδικότερα, όμως, όσον αφορά στην ατομική ειδοποίηση που αποστέλλεται στους κληρονόμους του θανόντος οφειλέτη του Δημοσίου, η τελευταία, εκτός των ανωτέρω στοιχείων, θα πρέπει απαραιτήτως να περιλαμβάνει υπολογισμό του οφειλόμενου ποσού αναλόγως της κληρονομικής τους μερίδας, δεδομένου ότι μόνο με αυτόν τον τρόπο προσδιορίζεται επαρκώς το πρόσωπο του υπόχρεου και το ύψος της υποχρέωσης (βλ. ΔΕφΑθ 1734/2014, 3397/2013, ΟλΣτΕ 179/1977, 1014/1983, 1779/1988, 412/1988, ΔΕφΑθ 3101/2010, κτλ.). Σε αντίθετη περίπτωση, η ατομική ειδοποίηση θα είναι άκυρη, καθώς τα διοικητικά δικαστήρια δεν δύνανται να ορίσουν το πρώτον τους υπόχρεους και το ύψος της υποχρέωσής τους, αλλά υποχρεούνται να ακυρώσουν και να αναπέμψουν την υπόθεση στην αρμόδια διοικητική αρχή. Συναφώς έκρινε προσφάτως η υπ’ αριθ. 424/2022 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Πειραιώς, ακυρώνοντας την οικεία ατομική ειδοποίηση με την εξής αιτιολογία: «[…] Εξεταζομένου δε του λόγου ανακοπής που αναφέρεται στην παράλειψη επιμερισμού των επίμαχων χρεών κατά το λόγο της κληρονομικής μερίδας εκάστης των ανακοπτουσών, το Δικαστήριο, ενόψει του ότι, σύμφωνα με όσα έγινα δεκτά στη σκέψη 5, στην ατομική ειδοποίηση θα πρέπει, με ποινή ακυρότητας, να προσδιορίζεται το ύψος του οφειλόμενου από κάθε κληρονόμο ποσού αναλόγως της κληρονομικής του μερίδας, λαμβάνοντας υπόψη ότι στην …/12.3.2015 ατομική ειδοποίηση του Διευθυντή του Περιφερειακού ΚΕΑΟ Πειραιά δεν προσδιορίζεται το οφειλόμενο από κάθε μία κληρονόμο του ... ποσό, κρίνει ότι ο λόγος αυτός είναι βάσιμος, η δε ατομική ειδοποίηση είναι άκυρη [...]». Την ίδια κρίση διέλαβε και η υπ’ αριθ. 15304/2020 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών. Μάλιστα, κατά την υπ’ αριθ. 2502/2014 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, η εν λόγω υποχρέωση της φορολογικής αρχής δεν αναιρείται από το γεγονός ότι τα πρόσωπα των κληρονόμων και το ποσοστό, κατά το οποίο αυτά ευθύνονται για τις υποχρεώσεις της κληρονομίας, καθορίζονται ευθέως εκ του νόμου. 5. Δυνατότητα αναστολής εκτέλεσης μέχρι τη δημοσίευση της οριστικής απόφασης επί της ανακοπής Επισημαίνεται ότι για την πληρέστερη προστασία του φερόμενου ως κληρονόμου έναντι της αναγκαστικής εκτέλεσης που δύναται να επισπεύσει σε βάρος του το Δημόσιο, προκρίνεται ως αναγκαίο παρακολούθημα της ασκηθείσας, κατά τα ανωτέρω, ανακοπής του, η κατάθεση αίτησης αναστολής εκτέλεσης της επίμαχης ατομικής ειδοποίησης (κατ’ άρθρ. 228 παρ. 1 εδ. β’ Κ.Δ.Δ.). Η εν λόγω αίτηση έχει ως σκοπό την αναστολή των προσβαλλόμενων με την ανακοπή πράξεων εκτέλεσης μέχρι την επ’ αυτής έκδοση οριστικής απόφασης. Με άλλα λόγια, με τη διαδικασία αυτή ουσιαστικά «παγώνει» η δυνατότητα του Δημοσίου προς λήψη αναγκαστικών μέτρων είσπραξη μέχρι να επιλυθεί οριστικά η διαφορά από το αρμόδιο δικαστήριο. Μάλιστα, στην εν λόγω αίτηση μπορεί να συμπεριληφθεί και αίτημα για τη χορήγηση προσωρινής διαταγής, με αντικείμενο την αναστολή των πράξεων εκτέλεσης μέχρι την έκδοση απόφασης επί της αίτησης αναστολής (α. 228 παρ. 2 σε συνδ. με 204 παρ. 3 ΚΔΔ). Λόγος της αιτούμενης αναστολής μπορεί να είναι η – εξαιτίας της διοικητικής εκτέλεσης - ανεπανόρθωτη υλική βλάβη του αιτούντος, δηλαδή η ζημία εκείνη, η οποία, λόγω του μεγέθους της, σε συνδυασμό με τη γενική οικονομική κατάσταση του αιτούντος και τις ειδικότερες συνθήκες αυτής είναι δυνατόν να αποβεί καταστρεπτική ή ιδιαίτερα επαχθής για αυτόν (ΣτΕ 334/2007). Επιπλέον, η αναστολή μπορεί να δοθεί από το Δικαστήριο λόγω της πρόδηλης βασιμότητας της ανακοπής, η οποία θα υπάρχει ιδίως όταν αυτή βασίζεται σε πάγια νομολογία ή σε νομολογία της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΟλΣτΕ 496/2011). Ενδεικτικά, με την πρόσφατη υπ’ αριθ. 30/2022 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Λαρίσης (Τμήμα Αναστολών) έγινε δεκτό ότι: «[…] δοθέντος ότι η παράλειψη προσδιορισμού του ύψους του οφειλόμενου από έκαστο των κληρονόμων ποσού αναλόγως της κληρονομικής του μερίδας άγει σε ακυρότητα των σχετικών ατομικών ειδοποιήσεων, σύμφωνα και με τα γενόμενα δεκτά στη μείζονα σκέψη της παρούσας, το Δικαστήριο κρίνει ότι η ασκηθείσα ανακοπή, της οποίας η εκδίκαση εκκρεμεί, παρίσταται προδήλως βάσιμη και, άρα, συντρέχει νόμιμος λόγος χορήγησης της αναστολής εκτέλεσης, κατ' άρθρο 202 παρ. 1 του Κ.Δ.Δ..[…]». 6. Αντί επιλόγου Από τα παραπάνω προκύπτει ότι ο νόμος παρέχει στον αποδέκτη της ατομικής ειδοποίησης όλα τα απαραίτητα εργαλεία, προκειμένου να αμυνθεί έναντι του Δημοσίου, είτε προσβάλλοντας την ατομική ειδοποίηση στην ουσία της, αποδεικνύοντας ότι ο ίδιος δεν ευθύνεται για τα χρέη της κληρονομίας, είτε επικαλούμενος τυπικές πλημμέλειες αυτής, υπό την προϋπόθεση της συνδρομής στο πρόσωπό του δικονομικής βλάβης. Σε κάθε περίπτωση, ωστόσο, είναι σημαντικός ο ορθός συντονισμός των παραπάνω κινήσεων, ώστε να επιτευχθεί τόσο η ολοσχερής απαλλαγή του (φερόμενου) οφειλέτη από τα χρέη του θανόντος, όσο και η εν τω μεταξύ πλήρης προστασία της κινητής και ακίνητης περιουσίας του από την ενδεχόμενη σε βάρος του επίσπευση αναγκαστικής εκτέλεσης εκ μέρους του Δημοσίου.

Κυριακή 10 Σεπτεμβρίου 2023

ΧΩΡΙΣ ΕΙΚΟΝΕΣ ...

ΟΙ ΑΠΩΛΕΙΕΣ ΣΕ ΑΝΘΡΩΠΙΝΕΣ ΖΩΕΣ ΑΝΥΠΟΛΟΓΙΣΤΕΣ ΟΙ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΕΣ ΣΤΗ ΧΩΡΑ ΜΑΣ, ΤΟΥΣ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΥΣ ΜΗΝΕΣ ΑΠΟΤΕΛΟΥΝ ΤΟ 27% ΤΟΥ ΑΕΠ ΔΗΛΑΔΗ 57ΔΙΣ

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΠΕΡΙ ΑΠΑΛΛΑΓΗΣ ΠΤΩΧΟΥ ΑΠΟ ΧΡΕΗ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΠΑΡΕΛΕΥΣΗ (τριετίας ή κατά περίπτωση ενός έτους από την κήρυξη της πτώχευσης ή την καταχώριση στο ΗΜΦ)

  Γιώργος Κεφαλάς, L.LM. mult., M.Sc. Περίληψη:  Η πιο σημαντική καινοτομία του νέου πτωχευτικού δικαίου κατά τον ν. 4738/2020 είναι η αυτόμ...